δοξολογία: Difference between revisions

From LSJ

Ὅσον ζῇς, φαίνου, μηδὲν ὅλως σὺ λυποῦ· πρὸς ὀλίγον ἐστὶ τὸ ζῆν, τὸ τέλοςχρόνος ἀπαιτεῖ. → While you live, shine; have no grief at all; life exists only for a short while, and time demands its toll.

Source
m (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")
m (Text replacement - "]]de " to "]] de ")
Line 14: Line 14:
}}
}}
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=-ας, ἡ<br /><b class="num">1</b> [[alabanza]], [[glorificación]]de un dios, Iambl.<i>Myst</i>.2.10, esp. en lit. crist. ἐν τῇ θείᾳ δοξολογίᾳ Apoll.<i>Fid.Sec.Pt</i>.31, cf. Ath.Al.M.25.217C, διὰ τὴν [[ἄνω]] ἀκήρατον δοξολογίαν Epiph.Const.<i>Haer</i>.40.4.8, ὕμνους δοξολογίας ἀναπέμπων <i>IGLS</i> 21(4).63.9 (Petra V d.C.), c. gen. obj. Χριστοῦ Afric.<i>Ep.Arist</i>.1 (p.56.8), ἑνὸς καὶ μόνου Θεοῦ δ. Eus.<i>HE</i> 10.4.65, τῆς θεότητος Epiph.Const.<i>Haer</i>.26.10.11, cf. Basil.<i>Hex</i>.8.7, c. giro prep. ἡ πρὸς τὸν δεσπότην θεὸν ... δ. Iust.<i>Nou</i>.137.6 proem., c. gen. subjet. τὴν δοξολογίαν αὐτῆς (τῆς κτίσεως) οὐ προσίεται no admite que (la creación) lo glorifique</i> Didym.<i>Eun</i>.M.29.689A, cf. Origenes <i>Or</i>.14.2, Gr.Nyss.<i>Eun</i>.1.466, <i>Proteu</i>.13.1, Seuerian.<i>Cent</i>.34, τοῦ πλήθους τῆς στρατιᾶς τῶν ἀγγέλων Cosm.Ind.<i>Top</i>.3.60.<br /><b class="num">2</b> crist. [[gloria]], [[alabanza al Señor]], [[doxología]] τὰ ἐν οὐρανῷ πάντα πλήρη τυγχάνει τῆς δοξολογίας [[αὐτοῦ]] (τοῦ θεοῦ) Eus.<i>DE</i> 7.1 (p.299), ἡ τοῦ θεοῦ λόγου [[ἔνσαρκος]] δ. Epiph.Const.<i>Haer</i>.69.36.1, cf. Bas.Sel.<i>Or</i>.M.85.336B.
|dgtxt=-ας, ἡ<br /><b class="num">1</b> [[alabanza]], [[glorificación]] de un dios, Iambl.<i>Myst</i>.2.10, esp. en lit. crist. ἐν τῇ θείᾳ δοξολογίᾳ Apoll.<i>Fid.Sec.Pt</i>.31, cf. Ath.Al.M.25.217C, διὰ τὴν [[ἄνω]] ἀκήρατον δοξολογίαν Epiph.Const.<i>Haer</i>.40.4.8, ὕμνους δοξολογίας ἀναπέμπων <i>IGLS</i> 21(4).63.9 (Petra V d.C.), c. gen. obj. Χριστοῦ Afric.<i>Ep.Arist</i>.1 (p.56.8), ἑνὸς καὶ μόνου Θεοῦ δ. Eus.<i>HE</i> 10.4.65, τῆς θεότητος Epiph.Const.<i>Haer</i>.26.10.11, cf. Basil.<i>Hex</i>.8.7, c. giro prep. ἡ πρὸς τὸν δεσπότην θεὸν ... δ. Iust.<i>Nou</i>.137.6 proem., c. gen. subjet. τὴν δοξολογίαν αὐτῆς (τῆς κτίσεως) οὐ προσίεται no admite que (la creación) lo glorifique</i> Didym.<i>Eun</i>.M.29.689A, cf. Origenes <i>Or</i>.14.2, Gr.Nyss.<i>Eun</i>.1.466, <i>Proteu</i>.13.1, Seuerian.<i>Cent</i>.34, τοῦ πλήθους τῆς στρατιᾶς τῶν ἀγγέλων Cosm.Ind.<i>Top</i>.3.60.<br /><b class="num">2</b> crist. [[gloria]], [[alabanza al Señor]], [[doxología]] τὰ ἐν οὐρανῷ πάντα πλήρη τυγχάνει τῆς δοξολογίας [[αὐτοῦ]] (τοῦ θεοῦ) Eus.<i>DE</i> 7.1 (p.299), ἡ τοῦ θεοῦ λόγου [[ἔνσαρκος]] δ. Epiph.Const.<i>Haer</i>.69.36.1, cf. Bas.Sel.<i>Or</i>.M.85.336B.
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=η (AM [[δοξολογία]])<br />[[δοξαστικός]] ύμνος [[προς]] τον θεό<br /><b>μσν.- νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> [[τελετή]] επίσημη [[κατά]] την οποία ψάλλονται δοξαστικοί ύμνοι<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> «Μεγάλη Δοξολογία» — ο [[αγγελικός]] ή [[εωθινός]] ύμνος που αρχίζει με τον στίχο «Δόξα σοι τῷ δείξαντι το φῶς» (Λουκ. β' 14) και ψάλλεται ή αναγινώσκεται στο [[τέλος]] του όρθρου και στο [[απόδειπνο]] της ορθόδοξης Εκκλησίας.
|mltxt=η (AM [[δοξολογία]])<br />[[δοξαστικός]] ύμνος [[προς]] τον θεό<br /><b>μσν.- νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> [[τελετή]] επίσημη [[κατά]] την οποία ψάλλονται δοξαστικοί ύμνοι<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> «Μεγάλη Δοξολογία» — ο [[αγγελικός]] ή [[εωθινός]] ύμνος που αρχίζει με τον στίχο «Δόξα σοι τῷ δείξαντι το φῶς» (Λουκ. β' 14) και ψάλλεται ή αναγινώσκεται στο [[τέλος]] του όρθρου και στο [[απόδειπνο]] της ορθόδοξης Εκκλησίας.
}}
}}

Revision as of 16:10, 9 August 2021

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: δοξολογία Medium diacritics: δοξολογία Low diacritics: δοξολογία Capitals: ΔΟΞΟΛΟΓΙΑ
Transliteration A: doxología Transliteration B: doxologia Transliteration C: doksologia Beta Code: docologi/a

English (LSJ)

ἡ, A laudation, Iamb.Myst.2.10.

German (Pape)

[Seite 657] ἡ, das Rühmen, K. S.

Spanish (DGE)

-ας, ἡ
1 alabanza, glorificación de un dios, Iambl.Myst.2.10, esp. en lit. crist. ἐν τῇ θείᾳ δοξολογίᾳ Apoll.Fid.Sec.Pt.31, cf. Ath.Al.M.25.217C, διὰ τὴν ἄνω ἀκήρατον δοξολογίαν Epiph.Const.Haer.40.4.8, ὕμνους δοξολογίας ἀναπέμπων IGLS 21(4).63.9 (Petra V d.C.), c. gen. obj. Χριστοῦ Afric.Ep.Arist.1 (p.56.8), ἑνὸς καὶ μόνου Θεοῦ δ. Eus.HE 10.4.65, τῆς θεότητος Epiph.Const.Haer.26.10.11, cf. Basil.Hex.8.7, c. giro prep. ἡ πρὸς τὸν δεσπότην θεὸν ... δ. Iust.Nou.137.6 proem., c. gen. subjet. τὴν δοξολογίαν αὐτῆς (τῆς κτίσεως) οὐ προσίεται no admite que (la creación) lo glorifique Didym.Eun.M.29.689A, cf. Origenes Or.14.2, Gr.Nyss.Eun.1.466, Proteu.13.1, Seuerian.Cent.34, τοῦ πλήθους τῆς στρατιᾶς τῶν ἀγγέλων Cosm.Ind.Top.3.60.
2 crist. gloria, alabanza al Señor, doxología τὰ ἐν οὐρανῷ πάντα πλήρη τυγχάνει τῆς δοξολογίας αὐτοῦ (τοῦ θεοῦ) Eus.DE 7.1 (p.299), ἡ τοῦ θεοῦ λόγου ἔνσαρκος δ. Epiph.Const.Haer.69.36.1, cf. Bas.Sel.Or.M.85.336B.

Greek Monolingual

η (AM δοξολογία)
δοξαστικός ύμνος προς τον θεό
μσν.- νεοελλ.
1. τελετή επίσημη κατά την οποία ψάλλονται δοξαστικοί ύμνοι
2. φρ. «Μεγάλη Δοξολογία» — ο αγγελικός ή εωθινός ύμνος που αρχίζει με τον στίχο «Δόξα σοι τῷ δείξαντι το φῶς» (Λουκ. β' 14) και ψάλλεται ή αναγινώσκεται στο τέλος του όρθρου και στο απόδειπνο της ορθόδοξης Εκκλησίας.