τριετηρίς: Difference between revisions

From LSJ

τὸ ἔθνος τὸ ἐπὶ τῆς γῆς λιθοβολήσουσιν αὐτὸν ἐν λίθοις → the people of the land shall stone them to death

Source
m (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")
m (Text replacement - "Isthmian games" to "Isthmian Games")
Line 17: Line 17:
}}
}}
{{Slater
{{Slater
|sltr=<b>τρῐετηρῐς</b> <br />&nbsp;&nbsp;&nbsp;<b>1</b> [[biennial]] [[festival]] ἐν ἀμφικτιόνων ταυροφόνῳ τριετηρίδι (the Isthmian games) (N. 6.40)
|sltr=<b>τρῐετηρῐς</b> <br />&nbsp;&nbsp;&nbsp;<b>1</b> [[biennial]] [[festival]] ἐν ἀμφικτιόνων ταυροφόνῳ τριετηρίδι (the Isthmian Games) (N. 6.40)
}}
}}
{{lsm
{{lsm

Revision as of 06:55, 30 October 2021

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: τρῐετηρίς Medium diacritics: τριετηρίς Low diacritics: τριετηρίς Capitals: ΤΡΙΕΤΗΡΙΣ
Transliteration A: trietērís Transliteration B: trietēris Transliteration C: trietiris Beta Code: triethri/s

English (LSJ)

(sc. ἑορτή), ίδος, ἡ, A triennial festival, i. e. celebrated every third year (inclusively), = in alternate years, Pi.N.6.40, IG22.1672.258,262, OGI51.27 (Egypt, iii B. C.), 299.17, 331.8 (both Pergam., ii B. C.), IG12(1).730.15 (Camirus, ii/i B. C.): pl., Hdt.4.108, E.Ba.133 (lyr.), Pl.Lg.834e; in full, τ. θυσίαι D.S.4.3; τ. ἑορταί Artem.4.39. 2 (sc. περίοδος) cycle or period of three (two) years, h.Hom.1.11, Arist.Pol.1308b1, IG12(1).155.50 (Rhodes, ii B. C.), PGrenf.2.69.22 (iii A. D.): so τ. ὧραι Orph.H.54.3. 3 γυναῖκες τ. celebrating the triennial festival, Opp.C.4.235.

Greek (Liddell-Scott)

τριετηρίς: (ἐξυπ. ἑορτή), ίδος, ἡ, κατὰ τριετίαν τελουμένη ἑορτή, μάλιστα τοῦ Διονύσου, ἀλλὰ καὶ τοῦ Ποσειδῶνος, τῆς Ἥρας καὶ ἄλλων θεοτήτων, ἐν τῷ ἑνικῷ, Πινδ. Ν. 6. 69· ἐν τῷ πληθ., Ἡρόδ. 4. 108, Εὐρ. Βάκχ. 133, Πλάτ. Νόμ. 834Ε. 2) (ἐξυπακουομένου τοῦ περίοδος), κύκλοςπερίοδος τριῶν ἐτῶν, Ἀριστ. Πολιτ. 5. 8, 10· - οὕτω, τ. ὧραι Ὀρφ. Ὕμν. 53. 3· τ. θυσίαι Διόδ. 4. 3. 3) γυναῖκες τ., ἑορτάζουσαι τὴν τριετηρίδα, Ὀππ. Κυνηγ. 4. 235· ἀνθ’ οὗ ὁ Ἐπιφάνιος ἔχει τριετηρῖτις, ἡ.

French (Bailly abrégé)

ίδος
triennal ; ἡ τριετηρίς (ἑορτή) fête triennale.
Étymologie: τριετής.

English (Slater)

τρῐετηρῐς
   1 biennial festival ἐν ἀμφικτιόνων ταυροφόνῳ τριετηρίδι (the Isthmian Games) (N. 6.40)

Greek Monotonic

τριετηρίς: (ενν. ἑορτή), -ίδος, ἡ,
1. εορτή που τελείται κάθε τρία χρόνια, σε Ηρόδ., Ευρ.
2. (ενν. περίοδος), κύκλος ή περίοδος τριών ετών, σε Ομηρ. Ύμν., Αριστ.

Russian (Dvoretsky)

τριετηρίς: ίδος adj. f совершаемая раз в трехлетие (θυσίαι Διονύσῳ Diod.).
ίδος ἡ
1) (sc. ἑορτή) празднество, справляемое раз в три года Pind., Her., Eur., Plat.;
2) (sc. περίοδος) трехлетие HH, Arst.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

τριετηρίς -ίδος, ἡ [τριέτης] tweejaarlijks feest periode van drie jaar:. διὰ τριετηρίδος om de twee jaar Aristot. Pol. 1308b1.

Middle Liddell


1. (sc. ἑορτή) a triennial festival, Hdt., Eur.
2. (sub. περίοδοσ), a period of three years, Hhymn., Arist.

English (Woodhouse)

triennial festival

⇢ Look up on Google | Wiktionary | LSJ full text search (Translation based on the reversal of Woodhouse's English to Ancient Greek dictionary)