ἀρκυστασία: Difference between revisions

From LSJ

αὐτῇ καθ' αὑτὴν εἰλικρινεῖ τῇ διανοίᾳ χρώμενος → by using his mind alone by itself and uncorrupted

Source
m (Text replacement - " in pl." to " in plural")
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(:''' [ὁἡ]) ([\p{Cyrillic}\s]+) ([a-zA-Z\(])" to "$1 $2 $3")
Line 29: Line 29:
}}
}}
{{elru
{{elru
|elrutext='''ἀρκυστᾰσία:''' ἡ расставленные сети Xen.
|elrutext='''ἀρκυστᾰσία:''' ἡ [[расставленные сети]] Xen.
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj
|mdlsjtxt=a [[line]] of nets, Xen.
|mdlsjtxt=a [[line]] of nets, Xen.
}}
}}

Revision as of 10:30, 23 August 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀρκυστᾰσία Medium diacritics: ἀρκυστασία Low diacritics: αρκυστασία Capitals: ΑΡΚΥΣΤΑΣΙΑ
Transliteration A: arkystasía Transliteration B: arkystasia Transliteration C: arkystasia Beta Code: a)rkustasi/a

English (LSJ)

ἡ, A line of nets, in plural, X.Cyn.6.6. (Also ἀρκυο- Artem. 2.11, 3.59.)

German (Pape)

[Seite 354] ἡ, das Aufstellen des Netzes, Stellnetz, Xen. Cyn. 6, 6.

Greek (Liddell-Scott)

ἀρκυστᾰσία: ἡ, ἡ στάσις τῶν θηρευτικῶν δικτύων, -στάσιον, τό, ὁ τόπος ἐν ᾧ ἵστανται τὰ θηρευτικὰ δίκτυα, Ξεν. Κυν. 6. 6, Πολυδ. Ε΄, 32· ― διάφ. γρ. ἀρκυοστασία, ἀρκυοστάσιον.

French (Bailly abrégé)

ας (ἡ) :
action de tendre les filets à la chasse ; filets de chasse tendus.
Étymologie: ἄρκυς, στατός.

Spanish (DGE)

-ας, ἡ
• Alolema(s): ἀρκυο- Artem.2.11, 3.59
trampa de redes para cazar καθαρὰς ποιούμενος τὰς ἀρκυστασίας X.Cyn.6.6, ἀ. καὶ ... νεφέλαι ... πρὸς θήραν Artem.2.11, cf. 3.59, τῶν δικτύων τὴν στάσιν ἢ καλεῖται ἀ. Poll.5.32.

Greek Monolingual

ἀρκυστασία, η (Α) αρκύστατος
ο τρόπος, η σειρά τοποθέτησης των κυνηγετικών διχτυών.

Greek Monotonic

ἀρκυστᾰσία: ἡ, ή -στάσιον, τό, γραμμή, σειρά από δίχτυα, σε Ξεν.

Russian (Dvoretsky)

ἀρκυστᾰσία:расставленные сети Xen.

Middle Liddell

a line of nets, Xen.