διεμβάλλω: Difference between revisions

From LSJ

Εὐδαίμονες οἷσι κακῶν ἄγευστος αἰών → Blessed are those whose lives have no taste of suffering

Sophocles, Antigone, 583
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")
m (Text replacement - "(?s)({{LSJ.*}}\n)({{.*}}\n)({{DGE.*}}\n)" to "$1$3$2")
Line 9: Line 9:
|Beta Code=diemba/llw
|Beta Code=diemba/llw
|Definition=[[put in through]], <span class="bibl">LXX <span class="title">Nu.</span>4.6</span>, al., Gal.2.574, <span class="bibl">Aët.15.12</span>.
|Definition=[[put in through]], <span class="bibl">LXX <span class="title">Nu.</span>4.6</span>, al., Gal.2.574, <span class="bibl">Aët.15.12</span>.
}}
{{DGE
|dgtxt=<b class="num">1</b> [[colocar de través]], [[poner en posición atravesada]] τοὺς μοχλούς [[LXX]] <i>Ex</i>.40.18, τοὺς ἀναφορεῖς [[LXX]] <i>Nu</i>.4.6.<br /><b class="num">2</b> medic. [[introducir]] ἔλλασμα χαλκοῦν Gal.2.574, c. [[διά]] y gen. λημνίσκους δ. ἐπὶ τούτων (τῶν τόπων) διὰ τῶν διαιρέσεων Aët.15.12, διὰ τοῦ ζώσματος ... τὰς ἀρχάς Sor.<i>Fasc</i>.169.2, en v. pas. διπύρηνα διεμβαλλόμενα διὰ τῶν σπερματικῶν ἀγγείων Gal.4.595.
}}
}}
{{pape
{{pape
Line 15: Line 18:
{{ls
{{ls
|lstext='''διεμβάλλω''': [[ἐμβάλλω]] διὰ μέσου, Ἑβδ. (Ἀριθμ. 4. 6, κ. ἀλλ.), Γαλην. 4. 142, 144, Ἀθήν. 107.
|lstext='''διεμβάλλω''': [[ἐμβάλλω]] διὰ μέσου, Ἑβδ. (Ἀριθμ. 4. 6, κ. ἀλλ.), Γαλην. 4. 142, 144, Ἀθήν. 107.
}}
{{DGE
|dgtxt=<b class="num">1</b> [[colocar de través]], [[poner en posición atravesada]] τοὺς μοχλούς [[LXX]] <i>Ex</i>.40.18, τοὺς ἀναφορεῖς [[LXX]] <i>Nu</i>.4.6.<br /><b class="num">2</b> medic. [[introducir]] ἔλλασμα χαλκοῦν Gal.2.574, c. [[διά]] y gen. λημνίσκους δ. ἐπὶ τούτων (τῶν τόπων) διὰ τῶν διαιρέσεων Aët.15.12, διὰ τοῦ ζώσματος ... τὰς ἀρχάς Sor.<i>Fasc</i>.169.2, en v. pas. διπύρηνα διεμβαλλόμενα διὰ τῶν σπερματικῶν ἀγγείων Gal.4.595.
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=[[διεμβάλλω]] (Α) [[εμβάλλω]]<br />[[βάζω]] [[κάτι]] [[μέσα]] σε [[κάτι]] [[άλλο]].
|mltxt=[[διεμβάλλω]] (Α) [[εμβάλλω]]<br />[[βάζω]] [[κάτι]] [[μέσα]] σε [[κάτι]] [[άλλο]].
}}
}}

Revision as of 11:10, 1 October 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: διεμβάλλω Medium diacritics: διεμβάλλω Low diacritics: διεμβάλλω Capitals: ΔΙΕΜΒΑΛΛΩ
Transliteration A: diembállō Transliteration B: diemballō Transliteration C: diemvallo Beta Code: diemba/llw

English (LSJ)

put in through, LXX Nu.4.6, al., Gal.2.574, Aët.15.12.

Spanish (DGE)

1 colocar de través, poner en posición atravesada τοὺς μοχλούς LXX Ex.40.18, τοὺς ἀναφορεῖς LXX Nu.4.6.
2 medic. introducir ἔλλασμα χαλκοῦν Gal.2.574, c. διά y gen. λημνίσκους δ. ἐπὶ τούτων (τῶν τόπων) διὰ τῶν διαιρέσεων Aët.15.12, διὰ τοῦ ζώσματος ... τὰς ἀρχάς Sor.Fasc.169.2, en v. pas. διπύρηνα διεμβαλλόμενα διὰ τῶν σπερματικῶν ἀγγείων Gal.4.595.

German (Pape)

[Seite 619] durch- u. hineinwerfen, LXX., Galen. διεμμένω, stets darin, dabei bleiben, Galen.

Greek (Liddell-Scott)

διεμβάλλω: ἐμβάλλω διὰ μέσου, Ἑβδ. (Ἀριθμ. 4. 6, κ. ἀλλ.), Γαλην. 4. 142, 144, Ἀθήν. 107.

Greek Monolingual

διεμβάλλω (Α) εμβάλλω
βάζω κάτι μέσα σε κάτι άλλο.