ἐλελίχθων: Difference between revisions

From LSJ

ἥλιον ἐν λέσχῃ κατεδύσαμεν → we let the sun go down in talk, we let the sun go down in conversation

Source
m (Text replacement - "(?s)({{LSJ.*}}\n)({{.*}}\n)({{DGE.*}}\n)" to "$1$3$2")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
Line 15: Line 15:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0795.png Seite 795]] ονος, ὁ, erderschütternd, Poseidon, Pind. P. 6, 50; [[τετραορία]] 2, 4; [[Βάκχος]] Θήβας ἐλ. Soph. Ant. 154, der das Land erschüttert, wobei an die bacchischen Reigen zu denken, schlechtere Lesart ἐλελίζων.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0795.png Seite 795]] ονος, ὁ, erderschütternd, Poseidon, Pind. P. 6, 50; [[τετραορία]] 2, 4; [[Βάκχος]] Θήβας ἐλ. Soph. Ant. 154, der das Land erschüttert, wobei an die bacchischen Reigen zu denken, schlechtere Lesart ἐλελίζων.
}}
{{bailly
|btext=ων, ον ; <i>gén.</i> ονος;<br />qui ébranle la terre.<br />'''Étymologie:''' [[ἐλελίζω]]¹, [[χθών]].
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''ἐλελίχθων''': -ον, ([[ἐλελίζω]] Α) ὁ σείων τὴν γῆν, [[τετραορία]] Πινδ. Π. ??? 8· Ἐλέλιχθον, δηλ. Πόσειδον, [[αὐτόθι]] 6. 50· - ἐν Σοφ. Ἀντ. 153 ὁ [[Βάκχος]] καλεῖται ὁ Θήβας [[ἐλελίχθων]], [[ἐπειδὴ]] τὸ [[ἔδαφος]] ἐσείετο ὑπὸ τοὺς πόδας τῶν χορευόντων θιασωτῶν [[αὐτοῦ]], πρβλ. Καλλ. εἰς Ἀπόλλ. 1, καὶ τὸν Spanh. ἐν τόπῳ.
|lstext='''ἐλελίχθων''': -ον, ([[ἐλελίζω]] Α) ὁ σείων τὴν γῆν, [[τετραορία]] Πινδ. Π. ??? 8· Ἐλέλιχθον, δηλ. Πόσειδον, [[αὐτόθι]] 6. 50· - ἐν Σοφ. Ἀντ. 153 ὁ [[Βάκχος]] καλεῖται ὁ Θήβας [[ἐλελίχθων]], [[ἐπειδὴ]] τὸ [[ἔδαφος]] ἐσείετο ὑπὸ τοὺς πόδας τῶν χορευόντων θιασωτῶν [[αὐτοῦ]], πρβλ. Καλλ. εἰς Ἀπόλλ. 1, καὶ τὸν Spanh. ἐν τόπῳ.
}}
{{bailly
|btext=ων, ον ; <i>gén.</i> ονος;<br />qui ébranle la terre.<br />'''Étymologie:''' [[ἐλελίζω]]¹, [[χθών]].
}}
}}
{{grml
{{grml

Revision as of 14:50, 2 October 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐλελίχθων Medium diacritics: ἐλελίχθων Low diacritics: ελελίχθων Capitals: ΕΛΕΛΙΧΘΩΝ
Transliteration A: elelíchthōn Transliteration B: elelichthōn Transliteration C: elelichthon Beta Code: e)leli/xqwn

English (LSJ)

ον, gen. ονος, (ἐλελίζω *a) earth-shaking, τετραορία Pi.P.2.4; Ἐλέλιχθον, i.e. Poseidon, ib.6.50:—in S.Ant.153 Dionysus is called ὁ Θήβας ἐ. because the ground shook beneath the feet of his dancing bands.

Spanish (DGE)

-ον, gen. -ονος
que sacude la tierra τετραορία Pi.P.2.4, epít. de Posidón, Pi.P.6.50, ὁ Θήβας ἐ. el que sacude Tebas, e.e., Dioniso por las danzas de las Bacantes, S.Ant.154.
• Etimología: De ἐλελίζω y χθών.

German (Pape)

[Seite 795] ονος, ὁ, erderschütternd, Poseidon, Pind. P. 6, 50; τετραορία 2, 4; Βάκχος Θήβας ἐλ. Soph. Ant. 154, der das Land erschüttert, wobei an die bacchischen Reigen zu denken, schlechtere Lesart ἐλελίζων.

French (Bailly abrégé)

ων, ον ; gén. ονος;
qui ébranle la terre.
Étymologie: ἐλελίζω¹, χθών.

Greek (Liddell-Scott)

ἐλελίχθων: -ον, (ἐλελίζω Α) ὁ σείων τὴν γῆν, τετραορία Πινδ. Π. ??? 8· Ἐλέλιχθον, δηλ. Πόσειδον, αὐτόθι 6. 50· - ἐν Σοφ. Ἀντ. 153 ὁ Βάκχος καλεῖται ὁ Θήβας ἐλελίχθων, ἐπειδὴ τὸ ἔδαφος ἐσείετο ὑπὸ τοὺς πόδας τῶν χορευόντων θιασωτῶν αὐτοῦ, πρβλ. Καλλ. εἰς Ἀπόλλ. 1, καὶ τὸν Spanh. ἐν τόπῳ.

Greek Monolingual

ἐλελίχθων, ο (Α)
1. αυτός που σείει τη γη
2. επίθ. του Ποσειδώνος που προκαλεί τον σεισμό και του Βάκχου του οποίου οι χορευτές τραντάζουν τη γη.

Greek Monotonic

ἐλελίχθων: -ον (ἐλελίζω Α), αυτός που σείει, τραντάζει τη γη, σε Σοφ.

Russian (Dvoretsky)

ἐλελίχθων: 2, gen. ονος сотрясающий землю (Ποσειδάων Pind.; Βάκχος Soph.).

Middle Liddell

[ἐλελίζω1]
shaking the earth, Soph.