αἰολομίτρης: Difference between revisions

From LSJ

οὐκ ἐπιθυμήσεις τὴν γυναῖκα τοῦ πλησίον σου → thou shalt not covet thy neighbor's wife, thou shalt not covet thy neighbour's wife, you shall not covet your neighbor's wife, you shall not covet your neighbour's wife

Source
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
Tags: Mobile edit Mobile web edit
m (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})(\n{{.*}})(\n{{elnl.*}})" to "$5$3$1$2$4")
Line 15: Line 15:
{{bailly
{{bailly
|btext=ου (ὁ) :<br />au ceinturon de couleurs variées.<br />'''Étymologie:''' [[αἰόλος]], [[μίτρα]].
|btext=ου (ὁ) :<br />au ceinturon de couleurs variées.<br />'''Étymologie:''' [[αἰόλος]], [[μίτρα]].
}}
{{elnl
|elnltext=[[αἰολομίτρης]] -ου [[αἰόλος]], μίτρη] als adj. met schitterende gordel; met schitterende haarband.
}}
{{elru
|elrutext='''αἰολομίτρης:''' ου adj. m<br /><b class="num">1)</b> [[опоясанный сверкающим или пестрым поясом]] (Ὀρέσβιος Hom.);<br /><b class="num">2)</b> ([[varia lectio|v.l.]] αἰολόμιτρος) с пестрой митрой на голове ([[Πέρσαι]] Theocr.).
}}
}}
{{ls
{{ls
Line 24: Line 30:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''αἰολομίτρης:''' -ου, ὁ ([[μίτρα]]),<br /><b class="num">I.</b> αυτός που έχει λαμπερή ή αστραφτερή [[ζώνη]] ([[επειδή]] ήταν επιμεταλλωμένη), σε Ομήρ. Ιλ.<br /><b class="num">II.</b> αυτός που έχει ποικιλόχρωμη, πολύχρωμη [[τιάρα]] ([[μίτρα]]), σε Θεόκρ.
|lsmtext='''αἰολομίτρης:''' -ου, ὁ ([[μίτρα]]),<br /><b class="num">I.</b> αυτός που έχει λαμπερή ή αστραφτερή [[ζώνη]] ([[επειδή]] ήταν επιμεταλλωμένη), σε Ομήρ. Ιλ.<br /><b class="num">II.</b> αυτός που έχει ποικιλόχρωμη, πολύχρωμη [[τιάρα]] ([[μίτρα]]), σε Θεόκρ.
}}
{{elru
|elrutext='''αἰολομίτρης:''' ου adj. m<br /><b class="num">1)</b> [[опоясанный сверкающим или пестрым поясом]] (Ὀρέσβιος Hom.);<br /><b class="num">2)</b> ([[varia lectio|v.l.]] αἰολόμιτρος) с пестрой митрой на голове ([[Πέρσαι]] Theocr.).
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj
|mdlsjtxt=[[μίτρα]]<br /><b class="num">I.</b> with [[glancing]] or [[glittering]] [[girdle]] (for it was [[plated]] with [[metal]]), Il.<br /><b class="num">II.</b> with [[variegated]] [[turban]], Theocr.
|mdlsjtxt=[[μίτρα]]<br /><b class="num">I.</b> with [[glancing]] or [[glittering]] [[girdle]] (for it was [[plated]] with [[metal]]), Il.<br /><b class="num">II.</b> with [[variegated]] [[turban]], Theocr.
}}
{{elnl
|elnltext=[[αἰολομίτρης]] -ου [[αἰόλος]], μίτρη] als adj. met schitterende gordel; met schitterende haarband.
}}
}}

Revision as of 10:53, 3 October 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: αἰολομίτρης Medium diacritics: αἰολομίτρης Low diacritics: αιολομίτρης Capitals: ΑΙΟΛΟΜΙΤΡΗΣ
Transliteration A: aiolomítrēs Transliteration B: aiolomitrēs Transliteration C: aiolomitris Beta Code: ai)olomi/trhs

English (LSJ)

ου, ὁ, A with glittering girdle, Il.5.707. II with variegated mitre or turban, Theoc.17.19.

Spanish (DGE)

-ου, ὁ 1 que tiene una mitra (cinturón de la armadura) de brillo cambiante, Il.5.707, Q.S.8.111.
2 de mitra (especie de diadema) de brillo cambiante Theoc.17.19.

French (Bailly abrégé)

ου (ὁ) :
au ceinturon de couleurs variées.
Étymologie: αἰόλος, μίτρα.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

αἰολομίτρης -ου αἰόλος, μίτρη] als adj. met schitterende gordel; met schitterende haarband.

Russian (Dvoretsky)

αἰολομίτρης: ου adj. m
1) опоясанный сверкающим или пестрым поясом (Ὀρέσβιος Hom.);
2) (v.l. αἰολόμιτρος) с пестрой митрой на голове (Πέρσαι Theocr.).

Greek (Liddell-Scott)

αἰολομίτρης: -ου, ὁ, ὁ ἔχων λάμπουσαν ἢ ἀπαστράπτουσαν ζώνην (ἐπειδὴ ἦτο κεκαλυμμένη διὰ μετάλλου, Ἰλ. Δ. 216), ἢ ὁ εὐχερῶς κινούμενος ἐν τῷ ἰδίῳ ζωστῆρι (ἴδε αἰόλος), Ἰλ. Ε. 707. ΙΙ. ἔχων ποικίλην μίτραν, ἤτοι τιάραν, Πέρσαι, Θεόκρ. 17.19.

English (Autenrieth)

(μίτρη): with glancing belt of mail, Il. 5.707.

Greek Monotonic

αἰολομίτρης: -ου, ὁ (μίτρα),
I. αυτός που έχει λαμπερή ή αστραφτερή ζώνη (επειδή ήταν επιμεταλλωμένη), σε Ομήρ. Ιλ.
II. αυτός που έχει ποικιλόχρωμη, πολύχρωμη τιάρα (μίτρα), σε Θεόκρ.

Middle Liddell

μίτρα
I. with glancing or glittering girdle (for it was plated with metal), Il.
II. with variegated turban, Theocr.