μελῳδητός: Difference between revisions

From LSJ

τοῦ δὲ πολέμου οἱ καιροὶ οὐ μενετοί → in war, opportunities won't wait | the chances of war will not wait (Thucydides 1.142.2)

Source
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
m (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2")
Line 15: Line 15:
{{bailly
{{bailly
|btext=ή, όν :<br />usité dans le chant.<br />'''Étymologie:''' [[μελῳδέω]].
|btext=ή, όν :<br />usité dans le chant.<br />'''Étymologie:''' [[μελῳδέω]].
}}
{{elru
|elrutext='''μελῳδητός:''' [[выражаемый пением]] Plut.
}}
}}
{{ls
{{ls
Line 21: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[μελῳδητός]], -ή, -όν (ΑM) [[μελωδώ]]<br />αυτός που μπορεί να τον ψάλλει [[κάποιος]] με [[μελωδία]].
|mltxt=[[μελῳδητός]], -ή, -όν (ΑM) [[μελωδώ]]<br />αυτός που μπορεί να τον ψάλλει [[κάποιος]] με [[μελωδία]].
}}
{{elru
|elrutext='''μελῳδητός:''' [[выражаемый пением]] Plut.
}}
}}

Revision as of 14:27, 3 October 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μελῳδητός Medium diacritics: μελῳδητός Low diacritics: μελωδητός Capitals: ΜΕΛΩΔΗΤΟΣ
Transliteration A: melōidētós Transliteration B: melōdētos Transliteration C: meloditos Beta Code: melw|dhto/s

English (LSJ)

ή, όν, to be sung, used in singing, Plu.2.389f, etc.

German (Pape)

[Seite 129] gesungen, sangbar, Plut. de ει ap. Delph. 10.

French (Bailly abrégé)

ή, όν :
usité dans le chant.
Étymologie: μελῳδέω.

Russian (Dvoretsky)

μελῳδητός: выражаемый пением Plut.

Greek (Liddell-Scott)

μελῳδητός: -ή, -όν, ὃν δύναταί τις νὰ μελῳδήσῃ, εὔχρηστος ἐν τῇ μελῳδία, Πλούτ. 2. 389F, κτλ.

Greek Monolingual

μελῳδητός, -ή, -όν (ΑM) μελωδώ
αυτός που μπορεί να τον ψάλλει κάποιος με μελωδία.