τριταγωνιστέω: Difference between revisions

From LSJ

ἢν μή τις ὥσπερ σφηκιὰν βλίττῃ με κἀρεθίζῃ → may no one squeeze me and tease me like a wasp | may no one smoke me and tease me like a wasp | but if anyone annoys me and rifles my nest, they'll find a wasp inside | still if you wake a wasps' nest then of wasps you must beware

Source
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elru.*}}\n)({{elnl.*}}\n)" to "$4$3$2$1")
Line 13: Line 13:
|btext=-ῶ :<br />jouer les rôles de troisième ordre.<br />'''Étymologie:''' [[τριταγωνιστής]].
|btext=-ῶ :<br />jouer les rôles de troisième ordre.<br />'''Étymologie:''' [[τριταγωνιστής]].
}}
}}
{{ls
{{elnl
|lstext='''τρῐτᾰγωνιστέω''': εἶμαι [[τριταγωνιστής]], Δημ. 314. 12· ἐτριταγωνίστεις, ἐγὼ δὲ ἐθεώρουν 315. 18, κλπ.· τριταγωνιστῶν Ἀριστοδήμῳ ἐν τοῖς Διονυσίοις διετέλει Πλούτ. 2. 840Α.
|elnltext=τριταγωνιστέω [τριταγωνιστής] tritagonist spelen.
}}
{{elru
|elrutext='''τρῐτᾰγωνιστέω:''' [[играть третьестепенную роль]] Dem.: τ. τινι Plut. играть третью роль в чем-л.
}}
}}
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''τρῐτᾰγωνιστέω:''' μέλ. <i>τριταγωνιστήσω</i>, είμαι [[τριταγωνιστής]], σε Δημ.
|lsmtext='''τρῐτᾰγωνιστέω:''' μέλ. <i>τριταγωνιστήσω</i>, είμαι [[τριταγωνιστής]], σε Δημ.
}}
}}
{{elru
{{ls
|elrutext='''τρῐτᾰγωνιστέω:''' [[играть третьестепенную роль]] Dem.: τ. τινι Plut. играть третью роль в чем-л.
|lstext='''τρῐτᾰγωνιστέω''': εἶμαι [[τριταγωνιστής]], Δημ. 314. 12· ἐτριταγωνίστεις, ἐγὼ δὲ ἐθεώρουν 315. 18, κλπ.· τριταγωνιστῶν Ἀριστοδήμῳ ἐν τοῖς Διονυσίοις διετέλει Πλούτ. 2. 840Α.
}}
{{elnl
|elnltext=τριταγωνιστέω [τριταγωνιστής] tritagonist spelen.
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj
|mdlsjtxt=τρῐτᾰγωνιστέω, fut. -ήσω<br />to be a [[τριταγωνιστής]], Dem. [from τρῐτᾰγωνιστής]
|mdlsjtxt=τρῐτᾰγωνιστέω, fut. -ήσω<br />to be a [[τριταγωνιστής]], Dem. [from τρῐτᾰγωνιστής]
}}
}}

Revision as of 22:35, 2 October 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: τρῐτᾰγωνιστέω Medium diacritics: τριταγωνιστέω Low diacritics: τριταγωνιστέω Capitals: ΤΡΙΤΑΓΩΝΙΣΤΕΩ
Transliteration A: tritagōnistéō Transliteration B: tritagōnisteō Transliteration C: tritagonisteo Beta Code: tritagwniste/w

English (LSJ)

to be a τριταγωνιστής, D.18.262, 265, etc.; τ. τινί play the third part to another, Plu.2.840a.

French (Bailly abrégé)

-ῶ :
jouer les rôles de troisième ordre.
Étymologie: τριταγωνιστής.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

τριταγωνιστέω [τριταγωνιστής] tritagonist spelen.

Russian (Dvoretsky)

τρῐτᾰγωνιστέω: играть третьестепенную роль Dem.: τ. τινι Plut. играть третью роль в чем-л.

Greek Monotonic

τρῐτᾰγωνιστέω: μέλ. τριταγωνιστήσω, είμαι τριταγωνιστής, σε Δημ.

Greek (Liddell-Scott)

τρῐτᾰγωνιστέω: εἶμαι τριταγωνιστής, Δημ. 314. 12· ἐτριταγωνίστεις, ἐγὼ δὲ ἐθεώρουν 315. 18, κλπ.· τριταγωνιστῶν Ἀριστοδήμῳ ἐν τοῖς Διονυσίοις διετέλει Πλούτ. 2. 840Α.

Middle Liddell

τρῐτᾰγωνιστέω, fut. -ήσω
to be a τριταγωνιστής, Dem. [from τρῐτᾰγωνιστής]