ὑποθήμων: Difference between revisions
From LSJ
ῥᾴδιον φθείρειν φαρμακεύσεσιν ἢ ἀποτροπαῖς ἢ καὶ κλοπαῖς → easy to spoil by means of sorcery or diverting or theft
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1") |
|||
Line 14: | Line 14: | ||
}} | }} | ||
{{bailly | {{bailly | ||
|btext=ονος (ὁ, ἡ)<br />qui suggère, qui conseille.<br />'''Étymologie:''' [[ὑποτίθημι]]. | |btext=ονος (ὁ, ἡ)<br />[[qui suggère]], [[qui conseille]].<br />'''Étymologie:''' [[ὑποτίθημι]]. | ||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls |
Revision as of 12:10, 9 January 2023
English (LSJ)
ονος, ὁ, ἡ, suggesting advice, Hsch.
German (Pape)
[Seite 1218] ονος, ὁ, ἡ, Rath unter den Fuß od. an die Hand gebend, ermahnend, warnend, Hesych.
French (Bailly abrégé)
ονος (ὁ, ἡ)
qui suggère, qui conseille.
Étymologie: ὑποτίθημι.
Greek (Liddell-Scott)
ὑποθήμων: -ονος, ὁ, ἡ, «ὑποθέσεις καταγράφων» Ἡσύχ.
Greek Monolingual
-ονος, ὁ, ἡ, Α
(κατά τον Ησύχ.) αυτός που δίνει συμβουλές, παραινέσεις.
[ΕΤΥΜΟΛ. < θ. υποθη- του ὑποτίθημι (πρβλ. ὑποθή-κη) + κατάλ. -μων (πρβλ. νοή-μων)].
Greek Monotonic
ὑποθήμων: -ονος, ὁ, ἡ (ὑποτίθημι), αυτός που συμβουλεύει.