περιπετάννυμι: Difference between revisions

6_3
(13_3)
(6_3)
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0586.png Seite 586]] u. περιπεταννύω (s. [[πετάννυμι]]), ringsherum, darüber breiten, bedecken; περιπετάσασα χέρα φίλι ον, Eur. Hel. 634; περιεπέτασε φοινικίδας, Aesch. 3, 76.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0586.png Seite 586]] u. περιπεταννύω (s. [[πετάννυμι]]), ringsherum, darüber breiten, bedecken; περιπετάσασα χέρα φίλι ον, Eur. Hel. 634; περιεπέτασε φοινικίδας, Aesch. 3, 76.
}}
{{ls
|lstext='''περιπετάννῡμι''': [[ὡσαύτως]], -ύω, Ξεν. Οἰκ. 19, 18· μέλλ. -πετάσω [ᾰ]· παθ. πρκμ. -πέπτᾰμαι. Ἐκτείνῳ ἢ ἁπλώνω [[περί]] τινα ἢ [[περί]] τι, χέρα τινὶ Εὐρ. Ἑλ. 628· τηνδὶ περιζωσάμενος ᾤαν λουτρίδα κατάδεσμον ἥβης περιπέτασον Θεόπομ. Κωμ. ἐν «Παισὶ» 2· π. φοινικίδας Αἰσχίν. 64. 27· [[ἄμπελος]] π. τὰ [[οἴναρα]] Ξεν. ἔνθ’ ἀνωτ. ― Παθ., περιπεπετασμένος πορφύραν, κεκαλυμμένος διά..., Διόδ. 2. 644, 50· ἀμφὶ [[δέπας]] περιπέπταται ὑγρὸς [[ἄκανθος]], ἁπλοῦται ἐπ’ [[αὐτοῦ]] [[πανταχόθεν]], Θεόκρ. 1. 55, πρβλ. Ἀπολλ. Ρόδ. Α. 1036.
}}
}}