Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

Ἑκάτη: Difference between revisions

From LSJ

Θεῷ μάχεσθαι δεινόν ἐστι καὶ τύχῃ → Obsistere est difficile fortunae et deo → Mit Gott zu kämpfen ist gefährlich und dem Glück

Menander, Monostichoi, 247
(5)
 
(6_9)
Line 9: Line 9:
|Beta Code=*(eka/th
|Beta Code=*(eka/th
|Definition=[ᾰ], ἡ, (ἕκᾰτος) <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">Hecate</b>, lit. <b class="b2">she who works her will</b>, <span class="bibl">Hes.<span class="title">Th.</span> 411</span>, <span class="bibl"><span class="title">h.Cer.</span>25</span>,<span class="bibl">52</span>, <span class="bibl">E.<span class="title">Fr.</span>955</span>, etc. ; Ἑ. φωσφόρος <span class="bibl">Ar.<span class="title">Fr.</span>594a</span>, <span class="bibl">E.<span class="title">Fr.</span> 968</span>. </span><span class="sense">&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">b</span> v. [[ἕκατος]]. </span><span class="sense">&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">II</span> <b class="b3">Ἑκάτης δεῖπνον</b> <b class="b2">Hecate's</b> dinner, a meal set out by rich persons at the foot of her statue <b class="b3">ἐν τριόδοις</b> on the <span class="bibl">30t</span>h day of each month, when it became a sort of dole for beggars and paupers, <span class="bibl">Ar.<span class="title">Pl.</span>594</span> et Sch. adloc., cf. Plu.2.280c, 290d, <span class="title">AB</span>247 : hence, as it consisted of offal, <b class="b3">Ἑκαταῖα κατεσθίειν</b>, of a rapscallion, <span class="bibl">D.54.39</span>, cf. <span class="bibl">Luc.<span class="title">DMort.</span>1.1</span>.</span>
|Definition=[ᾰ], ἡ, (ἕκᾰτος) <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">Hecate</b>, lit. <b class="b2">she who works her will</b>, <span class="bibl">Hes.<span class="title">Th.</span> 411</span>, <span class="bibl"><span class="title">h.Cer.</span>25</span>,<span class="bibl">52</span>, <span class="bibl">E.<span class="title">Fr.</span>955</span>, etc. ; Ἑ. φωσφόρος <span class="bibl">Ar.<span class="title">Fr.</span>594a</span>, <span class="bibl">E.<span class="title">Fr.</span> 968</span>. </span><span class="sense">&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">b</span> v. [[ἕκατος]]. </span><span class="sense">&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">II</span> <b class="b3">Ἑκάτης δεῖπνον</b> <b class="b2">Hecate's</b> dinner, a meal set out by rich persons at the foot of her statue <b class="b3">ἐν τριόδοις</b> on the <span class="bibl">30t</span>h day of each month, when it became a sort of dole for beggars and paupers, <span class="bibl">Ar.<span class="title">Pl.</span>594</span> et Sch. adloc., cf. Plu.2.280c, 290d, <span class="title">AB</span>247 : hence, as it consisted of offal, <b class="b3">Ἑκαταῖα κατεσθίειν</b>, of a rapscallion, <span class="bibl">D.54.39</span>, cf. <span class="bibl">Luc.<span class="title">DMort.</span>1.1</span>.</span>
}}
{{ls
|lstext='''Ἑκάτη''': ἡ, (ἕκᾰτος) ἡ μακρὰν ἐξικνουμένη, [[θυγάτηρ]] τοῦ Πέρσου καὶ τῆς Ἀστερίας, ἐγγονὴ δὲ τοῦ Κοίου καὶ τῆς Φοίβης, ἔχουσα ἐξουσίαν παρὰ τοῦ Διὸς ἐν οὐρανῷ, ἐπὶ τῆς γῆς καὶ ἐν τῇ θαλάσσῃ· αὕτη προΐστατο τῶν ἁγνιστικῶν τελετῶν, ἦτο χορηγὸς πλούτου, τιμῶν, νίκης καὶ εὐπλοίας, ἦτο δὲ καὶ προστάτις τῶν ἀρτιγενῶν βρεφῶν, Ἡσ. Θ. 411 κἑξ., Ὕμν. Ὁμ. εἰς Δήμ. 25. 52, [[ἔνθα]] παρίσταται ὡς φέρουσα ἐν χερσὶ λαμπάδα, [[σέλας]] ἐν χείρεσσιν ἔχουσα, δι’ ὃ ἐκαλεῖτο καὶ [[φωσφόρος]], Ἀριστοφ. Ἀποσπ. 535· Ἑκάτα δαϊδοφόρε, Νυκτὸς μεγαλοκόλπου θύγατερ Βακχυλ. Ἀποσπ. 31 (40) ἔκδ. Blass· βραδύτερον ἐταυτίζετο τῇ Ἀρτέμιδι (πρβλ. [[ἕκατος]]), [[ἐνίοτε]] δὲ τῇ Δήμητρι καὶ τῇ Ρέα, [[ἄλλοτε]] δὲ [[πάλιν]] τῇ Περσεφόνῃ, ἴδε Λεξ. τῶν Ἀρχαιοτήτων. ΙΙ. Ἑκάτης [[δεῖπνον]] ἦτο τὸ πεμπόμενον κατὰ νουμηνίαν ὑπὸ τῶν πλουσίων τὴν νύκτα ὡς [[θυσία]] τῇ Ἑκάτῃ, ἐν ταῖς τριόδοις, οἱ δὲ πένητες ἤρχοντο πεινῶντες καὶ ἤσθιον τὰ παρατιθέμενα, Ἀριστοφ. Πλ. 594 καὶ Σχόλ. ἐν τόπῳ· φαίνεται ὅτι τὸ [[δεῖπνον]] τοῦτο εἶχε σχέσιν πρὸς ἐξαγνιστικὰς τελετάς, Πλούτ. 2. 280Β, 290D, 708F, Α. Β. 247, 21 ἐν λέξει Ἑκαταῖα, Ἐτυμ. Μ. 626. 24· καὶ [[ἐπειδὴ]] ἀπετελεῖτο συνήθως ἐξ ἀπορριμάτων καὶ περισσευμάτων τῆς τραπέζης καὶ ἐξ ἄλλης ἀθλίας τροφῆς, ἡ [[φράσις]] Ἑκαταῖα κατεσθίειν κατήντησε νὰ σημαίνῃ πᾶν ὅ,τι αἰσχρὸν καὶ ἀκάθαρτον, τά τε Ἑκαταῖα κατεσθίειν καὶ τοὺς ὄρχεις τοὺς ἐκ τῶν χοίρων, οἷς καθαίρουσιν... συλλέγοντες [[ἑκάστοτε]] συνδειπνεῖν ἀλλήλοις Δημ. 1269. 10· πρβλ. Hemst. εἰς Λουκ. Νεκρ. Διαλ. 1. 1.
}}
}}

Revision as of 11:02, 5 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: Ἑκάτη Medium diacritics: Ἑκάτη Low diacritics: Εκάτη Capitals: ΕΚΑΤΗ
Transliteration A: Hekátē Transliteration B: Hekatē Transliteration C: Ekati Beta Code: *(eka/th

English (LSJ)

[ᾰ], ἡ, (ἕκᾰτος)

   A Hecate, lit. she who works her will, Hes.Th. 411, h.Cer.25,52, E.Fr.955, etc. ; Ἑ. φωσφόρος Ar.Fr.594a, E.Fr. 968.    b v. ἕκατος.    II Ἑκάτης δεῖπνον Hecate's dinner, a meal set out by rich persons at the foot of her statue ἐν τριόδοις on the 30th day of each month, when it became a sort of dole for beggars and paupers, Ar.Pl.594 et Sch. adloc., cf. Plu.2.280c, 290d, AB247 : hence, as it consisted of offal, Ἑκαταῖα κατεσθίειν, of a rapscallion, D.54.39, cf. Luc.DMort.1.1.

Greek (Liddell-Scott)

Ἑκάτη: ἡ, (ἕκᾰτος) ἡ μακρὰν ἐξικνουμένη, θυγάτηρ τοῦ Πέρσου καὶ τῆς Ἀστερίας, ἐγγονὴ δὲ τοῦ Κοίου καὶ τῆς Φοίβης, ἔχουσα ἐξουσίαν παρὰ τοῦ Διὸς ἐν οὐρανῷ, ἐπὶ τῆς γῆς καὶ ἐν τῇ θαλάσσῃ· αὕτη προΐστατο τῶν ἁγνιστικῶν τελετῶν, ἦτο χορηγὸς πλούτου, τιμῶν, νίκης καὶ εὐπλοίας, ἦτο δὲ καὶ προστάτις τῶν ἀρτιγενῶν βρεφῶν, Ἡσ. Θ. 411 κἑξ., Ὕμν. Ὁμ. εἰς Δήμ. 25. 52, ἔνθα παρίσταται ὡς φέρουσα ἐν χερσὶ λαμπάδα, σέλας ἐν χείρεσσιν ἔχουσα, δι’ ὃ ἐκαλεῖτο καὶ φωσφόρος, Ἀριστοφ. Ἀποσπ. 535· Ἑκάτα δαϊδοφόρε, Νυκτὸς μεγαλοκόλπου θύγατερ Βακχυλ. Ἀποσπ. 31 (40) ἔκδ. Blass· βραδύτερον ἐταυτίζετο τῇ Ἀρτέμιδι (πρβλ. ἕκατος), ἐνίοτε δὲ τῇ Δήμητρι καὶ τῇ Ρέα, ἄλλοτε δὲ πάλιν τῇ Περσεφόνῃ, ἴδε Λεξ. τῶν Ἀρχαιοτήτων. ΙΙ. Ἑκάτης δεῖπνον ἦτο τὸ πεμπόμενον κατὰ νουμηνίαν ὑπὸ τῶν πλουσίων τὴν νύκτα ὡς θυσία τῇ Ἑκάτῃ, ἐν ταῖς τριόδοις, οἱ δὲ πένητες ἤρχοντο πεινῶντες καὶ ἤσθιον τὰ παρατιθέμενα, Ἀριστοφ. Πλ. 594 καὶ Σχόλ. ἐν τόπῳ· φαίνεται ὅτι τὸ δεῖπνον τοῦτο εἶχε σχέσιν πρὸς ἐξαγνιστικὰς τελετάς, Πλούτ. 2. 280Β, 290D, 708F, Α. Β. 247, 21 ἐν λέξει Ἑκαταῖα, Ἐτυμ. Μ. 626. 24· καὶ ἐπειδὴ ἀπετελεῖτο συνήθως ἐξ ἀπορριμάτων καὶ περισσευμάτων τῆς τραπέζης καὶ ἐξ ἄλλης ἀθλίας τροφῆς, ἡ φράσις Ἑκαταῖα κατεσθίειν κατήντησε νὰ σημαίνῃ πᾶν ὅ,τι αἰσχρὸν καὶ ἀκάθαρτον, τά τε Ἑκαταῖα κατεσθίειν καὶ τοὺς ὄρχεις τοὺς ἐκ τῶν χοίρων, οἷς καθαίρουσιν... συλλέγοντες ἑκάστοτε συνδειπνεῖν ἀλλήλοις Δημ. 1269. 10· πρβλ. Hemst. εἰς Λουκ. Νεκρ. Διαλ. 1. 1.