ἔπαλξις: Difference between revisions
ἐν δὲ δικαιοσύνῃ συλλήβδην πᾶσ' ἀρετὴ ἔνι → in justice is all virtue found in sum, in justice is every virtue there is, in justice every virtue is brought together, justice contains in itself all the virtues
(13_5) |
(6_8) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0898.png Seite 898]] ἡ, die Schutzwehr ([[ἐπαλέξω]]), bes. Brustwehr, Zinnen auf den Mauern, hinter denen sich die Bürger vertheidigen, Il. 12, 263. 381 u. öfter; Her. 9, 7 u. Folgde; auch an anderen Häusern, ἀπ' οἰκιῶν ἐπάλξεις ἐχουσῶν Thuc. 4, 115, vgl. 3, 22. – Uebertr., Schutz, Beistand, πλούτου Aesch. Ag. 371; σωτηρίας Eur. Or. 1203. – Nach E. M. und B. A. 243 ein Gerichtshof in Athen. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0898.png Seite 898]] ἡ, die Schutzwehr ([[ἐπαλέξω]]), bes. Brustwehr, Zinnen auf den Mauern, hinter denen sich die Bürger vertheidigen, Il. 12, 263. 381 u. öfter; Her. 9, 7 u. Folgde; auch an anderen Häusern, ἀπ' οἰκιῶν ἐπάλξεις ἐχουσῶν Thuc. 4, 115, vgl. 3, 22. – Uebertr., Schutz, Beistand, πλούτου Aesch. Ag. 371; σωτηρίας Eur. Or. 1203. – Nach E. M. und B. A. 243 ein Gerichtshof in Athen. | ||
}} | |||
{{ls | |||
|lstext='''ἔπαλξις''': -εως, ἡ, (ἐπαλξέω) [[μέσον]] ἀμύνης: τὸ πλεῖστον κατὰ πληθ., ἐπάλξεις, ὡς καὶ νῦν, Ἰλ. Μ. 263, Ἡρόδ. 9. 7, Αἰσχύλ. Θήβ. 30, 158, Εὐρ. Φοίν. 1158, κτλ.· καὶ τὰς ἐπάλξεις ἀπώσαντες, διὰ τοῦ μεταπυργίου ὑπερέβαινον Θουκ. 3. 23· αἱ οἰκίαι... ἐπάλξεις λαμβάνουσαι ὁ αὐτὸς 4. 69· ἀπ’ οἰκιῶν ἐπάλξεις ἐχουσῶν [[αὐτόθι]] 115, καὶ ἴδε [[κρόσσαι]]: ἐν τῷ ἑνικῷ, ὅ ῥα τείχεος ἐντὸς κεῖτο [[μέγας]] παρ’ ἔπαλξιν Ἰλ. Μ. 381, κτλ. ([[οὐδαμοῦ]] ἐν Ὀδ.)· οἱ παρ’ ἔπαλξιν, οἱ ὑπερασπισταὶ τοῦ τείχους, Θουκ. 2. 13, πρβλ. 7. 28, Ἀριστοφ. Ἀχ. 72. 2) μεταφ., [[προστασία]], [[ὑπεράσπισις]], [[ἀντίληψις]], Αἰσχύλ. Ἀγ. 381· τήνδ’ ὑμῖν ἔχω σωτηρίας ἔπαλξιν Εὐρ. Ὀρ. 1203, κτλ. [[Κατὰ]] Α. Β. 243. 15, «ἐπάλξεις, ἐξοχαὶ τειχῶν, προμαχῶνες, ἁψίς, ἔστι δὲ καὶ [[δικαστήριον]] τῶν φονικῶν, ᾠκοδόμηται δὲ πρὸς τῷ πρυτανείῳ». | |||
}} | }} |
Revision as of 10:26, 5 August 2017
English (LSJ)
εως, ἡ, (ἐπαλέξω)
A means of defence: mostly in pl., battlements, Il.12.263, Hdt.9.7, A.Th.30,158 (lyr.), E.Ph.1158, etc.; τὰς ἐ. ἀπώσαντες Th.3.23; αἱ οἰκίαι . . ἐπάλξεις λαμβάνουσι Id.4.69, cf. 115. b in sg., mostly, line of battlements, parapet, Il.12.381,al. (never in Od.); οἱ παρ' ἔπαλξιν the defenders of the wall, Th.2.13, cf. 7.28, Ar.Ach.72: pl., of individual crenellations, Th.3.21. 2 generally, defence, protection, πλούτου A.Ag.381 (lyr.); σωτηρίας E.Or.1203, etc. 3 court for trial of homicide, EM353.26, AB243.
German (Pape)
[Seite 898] ἡ, die Schutzwehr (ἐπαλέξω), bes. Brustwehr, Zinnen auf den Mauern, hinter denen sich die Bürger vertheidigen, Il. 12, 263. 381 u. öfter; Her. 9, 7 u. Folgde; auch an anderen Häusern, ἀπ' οἰκιῶν ἐπάλξεις ἐχουσῶν Thuc. 4, 115, vgl. 3, 22. – Uebertr., Schutz, Beistand, πλούτου Aesch. Ag. 371; σωτηρίας Eur. Or. 1203. – Nach E. M. und B. A. 243 ein Gerichtshof in Athen.
Greek (Liddell-Scott)
ἔπαλξις: -εως, ἡ, (ἐπαλξέω) μέσον ἀμύνης: τὸ πλεῖστον κατὰ πληθ., ἐπάλξεις, ὡς καὶ νῦν, Ἰλ. Μ. 263, Ἡρόδ. 9. 7, Αἰσχύλ. Θήβ. 30, 158, Εὐρ. Φοίν. 1158, κτλ.· καὶ τὰς ἐπάλξεις ἀπώσαντες, διὰ τοῦ μεταπυργίου ὑπερέβαινον Θουκ. 3. 23· αἱ οἰκίαι... ἐπάλξεις λαμβάνουσαι ὁ αὐτὸς 4. 69· ἀπ’ οἰκιῶν ἐπάλξεις ἐχουσῶν αὐτόθι 115, καὶ ἴδε κρόσσαι: ἐν τῷ ἑνικῷ, ὅ ῥα τείχεος ἐντὸς κεῖτο μέγας παρ’ ἔπαλξιν Ἰλ. Μ. 381, κτλ. (οὐδαμοῦ ἐν Ὀδ.)· οἱ παρ’ ἔπαλξιν, οἱ ὑπερασπισταὶ τοῦ τείχους, Θουκ. 2. 13, πρβλ. 7. 28, Ἀριστοφ. Ἀχ. 72. 2) μεταφ., προστασία, ὑπεράσπισις, ἀντίληψις, Αἰσχύλ. Ἀγ. 381· τήνδ’ ὑμῖν ἔχω σωτηρίας ἔπαλξιν Εὐρ. Ὀρ. 1203, κτλ. Κατὰ Α. Β. 243. 15, «ἐπάλξεις, ἐξοχαὶ τειχῶν, προμαχῶνες, ἁψίς, ἔστι δὲ καὶ δικαστήριον τῶν φονικῶν, ᾠκοδόμηται δὲ πρὸς τῷ πρυτανείῳ».