ἡδυσματοθήκη: Difference between revisions

From LSJ

στάζει γὰρ αὖ μοι φοίνιον τόδ᾽ἐκ βυθοῦ κηκῖον αἷμαblood oozing from the deep wound, bloody gore drops oozing from the depths of my wound

Source
(6_9)
(16)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἡδυσματοθήκη''': ἡ, [[θήκη]], [[μυροθήκη]], ἀρωματοθήκη, [[Πολυδ]]. Ι΄, 93.
|lstext='''ἡδυσματοθήκη''': ἡ, [[θήκη]], [[μυροθήκη]], ἀρωματοθήκη, [[Πολυδ]]. Ι΄, 93.
}}
{{grml
|mltxt=[[ἡδυσματοθήκη]], ἡ (Α)<br />[[θήκη]] για ήδύσματα, αρωματοθήκη.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> θ. <i>ηδυσματ</i>- του [[ήδυσμα]] (<b>[[πρβλ]].</b> γεν. <i>ηδύσματ</i>-<i>ος</i>) <span style="color: red;">+</span> συνδετικό [[φωνήεν]] -<i>ο</i>- <span style="color: red;">+</span> [[θήκη]].
}}
}}

Revision as of 06:35, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἡδυσματοθήκη Medium diacritics: ἡδυσματοθήκη Low diacritics: ηδυσματοθήκη Capitals: ΗΔΥΣΜΑΤΟΘΗΚΗ
Transliteration A: hēdysmatothḗkē Transliteration B: hēdysmatothēkē Transliteration C: idysmatothiki Beta Code: h(dusmatoqh/kh

English (LSJ)

ἡ,

   A spice-box, Poll.10.93.

German (Pape)

[Seite 1154] ἡ, Gewürzkästchen, Poll. 10, 93.

Greek (Liddell-Scott)

ἡδυσματοθήκη: ἡ, θήκη, μυροθήκη, ἀρωματοθήκη, Πολυδ. Ι΄, 93.

Greek Monolingual

ἡδυσματοθήκη, ἡ (Α)
θήκη για ήδύσματα, αρωματοθήκη.
[ΕΤΥΜΟΛ. < θ. ηδυσματ- του ήδυσμα (πρβλ. γεν. ηδύσματ-ος) + συνδετικό φωνήεν -ο- + θήκη.