ἀνάκλιμα: Difference between revisions
From LSJ
ὁκόσα γὰρ ὑπὰρ ἐκτρέπονται ὁποίου ὦν κακοῦ, τάδε ἐνύπνιον ὁρέουσι ὥρμησε → for whatever, when awake, they have an aversion to, as being an evil, rushes upon their visions in sleep (Aretaeus, Causes & Symptoms of Chronic Disease 1.5.6)
(6_21) |
(big3_4) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἀνάκλῐμα''': τό, [[ἀνωφέρεια]], τὸ πρόσαντες, ἄναντες, Λατ. acclivitas, ἐπὶ τὸ [[ἀνάκλιμα]] τῆς γῆς Ἀπολλοδ. Πολιορκ. σ. 32. | |lstext='''ἀνάκλῐμα''': τό, [[ἀνωφέρεια]], τὸ πρόσαντες, ἄναντες, Λατ. acclivitas, ἐπὶ τὸ [[ἀνάκλιμα]] τῆς γῆς Ἀπολλοδ. Πολιορκ. σ. 32. | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=-ματος, τό<br /><br /><b class="num">• Alolema(s):</b> [[ἄγκλιμα]] Poll.1.90<br /><b class="num">1</b> [[cuesta]], [[pendiente]] τῆς γῆς Apollod.<i>Poliorc</i>.173.11.<br /><b class="num">2</b> quizá [[asiento del timonel]] ἵνα δὲ κατακλίνεται ὁ κυβερνήτης, [[ἄγκλιμα]] καλεῖται Poll.l.c. | |||
}} | }} |
Revision as of 12:12, 21 August 2017
English (LSJ)
ατος, τό,
A slope, ascent, τῆς γῆς Apollod.Poliorc.173.11.
German (Pape)
[Seite 192] τό, das Angelehnte, die schräg aufsteigende Ebene, Mathem.
Greek (Liddell-Scott)
ἀνάκλῐμα: τό, ἀνωφέρεια, τὸ πρόσαντες, ἄναντες, Λατ. acclivitas, ἐπὶ τὸ ἀνάκλιμα τῆς γῆς Ἀπολλοδ. Πολιορκ. σ. 32.
Spanish (DGE)
-ματος, τό
• Alolema(s): ἄγκλιμα Poll.1.90
1 cuesta, pendiente τῆς γῆς Apollod.Poliorc.173.11.
2 quizá asiento del timonel ἵνα δὲ κατακλίνεται ὁ κυβερνήτης, ἄγκλιμα καλεῖται Poll.l.c.