μενεχάρμης: Difference between revisions
From LSJ
Πολλῶν ὁ καιρὸς γίγνεται διδάσκαλος → Rebus magistra plurimis occasio → Zum Lehrer wird für viele die Gelegenheit
(6_19) |
(Bailly1_3) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''μενεχάρμης''': -ου, ὁ, ([[χάρμη]]) καρτερικὸς ἐν ταῖς μάχαις, ἐπὶ ἡρώων, Ἰλ. Λ. 122, 303, κτλ.· ἐπὶ ἔθνους, Ι. 529· [[οὐδαμοῦ]] ἐν τῇ Ὀδ.· - [[ὡσαύτως]] μενέχαρμος, ον, Ἰλ. Ξ. 376. Διὰ παραβολῆς τοῦ [[μενεχάρμης]] πρὸς τὰς λέξεις [[μεναίχμης]], [[μενεπτόλεμος]] ἐπιβεβαιοῦται ἡ ἀνωτέρω δοθεῖσα [[σημασία]]. | |lstext='''μενεχάρμης''': -ου, ὁ, ([[χάρμη]]) καρτερικὸς ἐν ταῖς μάχαις, ἐπὶ ἡρώων, Ἰλ. Λ. 122, 303, κτλ.· ἐπὶ ἔθνους, Ι. 529· [[οὐδαμοῦ]] ἐν τῇ Ὀδ.· - [[ὡσαύτως]] μενέχαρμος, ον, Ἰλ. Ξ. 376. Διὰ παραβολῆς τοῦ [[μενεχάρμης]] πρὸς τὰς λέξεις [[μεναίχμης]], [[μενεπτόλεμος]] ἐπιβεβαιοῦται ἡ ἀνωτέρω δοθεῖσα [[σημασία]]. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ου (ὁ) :<br />qui combat de pied ferme.<br />'''Étymologie:''' [[μένω]], [[χάρμη]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 20:02, 9 August 2017
English (LSJ)
ου, ὁ, (χάρμη) = foreg. (not in Od.), Il. 11.122,303, al.;
A Αἰτωλοί 9.529:—also μενέ-χαρμος, ον, 14.376.
German (Pape)
[Seite 132] ὁ, = Folgdm; Αἰτωλοί Il. 9, 529; Sp., von einzelnen Helden.
Greek (Liddell-Scott)
μενεχάρμης: -ου, ὁ, (χάρμη) καρτερικὸς ἐν ταῖς μάχαις, ἐπὶ ἡρώων, Ἰλ. Λ. 122, 303, κτλ.· ἐπὶ ἔθνους, Ι. 529· οὐδαμοῦ ἐν τῇ Ὀδ.· - ὡσαύτως μενέχαρμος, ον, Ἰλ. Ξ. 376. Διὰ παραβολῆς τοῦ μενεχάρμης πρὸς τὰς λέξεις μεναίχμης, μενεπτόλεμος ἐπιβεβαιοῦται ἡ ἀνωτέρω δοθεῖσα σημασία.