Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

ἀντιπράσσω: Difference between revisions

From LSJ

Ζῆν οὐκ ἄξιος, ὅτῳ μηδὲ εἷς ἐστι χρηστὸς φίλοςLife is not worth living if you do not have at least one friend.

Democritus, DK 68b22
(6_5)
(Bailly1_1)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀντιπράσσω''': Ἀττ. -ττω, Ἰων. -πρήσω: μέλλ. -ξω: ἐνεργῶ [[ἐναντίον]] τινός, ἀντενεργῶ, ἀντιπράττω, ὀλίγοι ἄνθρωποι αὐτῷ ἀντιπράττοντες Ξεν. Ἀθην. 2.17, Ἄλεξις ἐν Ἀδήλ. 10.8· [[πρός]] τι Ἀριστ. Πολιτικ. 6.5, 3, κτλ.· [[μετὰ]] αἰτ. καὶ ἀπαρ., Δημ. 886. 2. 2) ἀπολ., [[πράττω]] κατά τινος, ἐνεργῶ [[ἐναντίον]] τινός, ὁ ἀντιπρήσσων = [[ἀντιστασιώτης]], Ἡροδ. 1.92· ἐναντιοῦμαι κατά τινα τρόπον, ἀντιπράττειν δέ τι ἐπιχειροῦντας Ξεν. Ἑλλ. 2.3, 14· ἐὰν ἀντιπράττῃ ἢ μὴ συμπράττῃ Ἀριστ. Ρητ. 2.2, 9: - [[οὕτως]] ἐν μέσ. τύπῳ, Ξεν. Ἱέρ. 2.17, Διον. Ἁλ. 7.51.
|lstext='''ἀντιπράσσω''': Ἀττ. -ττω, Ἰων. -πρήσω: μέλλ. -ξω: ἐνεργῶ [[ἐναντίον]] τινός, ἀντενεργῶ, ἀντιπράττω, ὀλίγοι ἄνθρωποι αὐτῷ ἀντιπράττοντες Ξεν. Ἀθην. 2.17, Ἄλεξις ἐν Ἀδήλ. 10.8· [[πρός]] τι Ἀριστ. Πολιτικ. 6.5, 3, κτλ.· [[μετὰ]] αἰτ. καὶ ἀπαρ., Δημ. 886. 2. 2) ἀπολ., [[πράττω]] κατά τινος, ἐνεργῶ [[ἐναντίον]] τινός, ὁ ἀντιπρήσσων = [[ἀντιστασιώτης]], Ἡροδ. 1.92· ἐναντιοῦμαι κατά τινα τρόπον, ἀντιπράττειν δέ τι ἐπιχειροῦντας Ξεν. Ἑλλ. 2.3, 14· ἐὰν ἀντιπράττῃ ἢ μὴ συμπράττῃ Ἀριστ. Ρητ. 2.2, 9: - [[οὕτως]] ἐν μέσ. τύπῳ, Ξεν. Ἱέρ. 2.17, Διον. Ἁλ. 7.51.
}}
{{bailly
|btext=<i>f.</i> ἀντιπράξω;<br /><b>1</b> agir à l’encontre de, τινι;<br /><b>2</b> s’opposer à;<br /><i><b>Moy.</b></i> ἀντιπράσσομαι <i>m. sign.</i><br />'''Étymologie:''' [[ἀντί]], [[πράσσω]].
}}
}}

Revision as of 19:42, 9 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀντιπράσσω Medium diacritics: ἀντιπράσσω Low diacritics: αντιπράσσω Capitals: ΑΝΤΙΠΡΑΣΣΩ
Transliteration A: antiprássō Transliteration B: antiprassō Transliteration C: antiprasso Beta Code: a)ntipra/ssw

English (LSJ)

Att. ἀντιπράττω, Ion. ἀντιπρήσσω,

   A act against, seek to counteract, τινί X.Ath.2.17, Alex.264 (Med.); πρός τι Arist.Pol.1320a6, etc.    2 abs., act in opposition, D.32.14; ὁ ἀντιπρήσσων, = ἀντιστασιώτης, Hdt.1.92; ἀ. τι oppose in any way, X.HG2.3.14; ἐάν τε ἀντιπράττῃ τις ἐάν τε μὴ συμπράττῃ Arist.Rh.1379a13; conflict with, tell against a theory, Demetr.Lac.Herc.1055.20:—Med., X. Hier.2.17.

Greek (Liddell-Scott)

ἀντιπράσσω: Ἀττ. -ττω, Ἰων. -πρήσω: μέλλ. -ξω: ἐνεργῶ ἐναντίον τινός, ἀντενεργῶ, ἀντιπράττω, ὀλίγοι ἄνθρωποι αὐτῷ ἀντιπράττοντες Ξεν. Ἀθην. 2.17, Ἄλεξις ἐν Ἀδήλ. 10.8· πρός τι Ἀριστ. Πολιτικ. 6.5, 3, κτλ.· μετὰ αἰτ. καὶ ἀπαρ., Δημ. 886. 2. 2) ἀπολ., πράττω κατά τινος, ἐνεργῶ ἐναντίον τινός, ὁ ἀντιπρήσσων = ἀντιστασιώτης, Ἡροδ. 1.92· ἐναντιοῦμαι κατά τινα τρόπον, ἀντιπράττειν δέ τι ἐπιχειροῦντας Ξεν. Ἑλλ. 2.3, 14· ἐὰν ἀντιπράττῃ ἢ μὴ συμπράττῃ Ἀριστ. Ρητ. 2.2, 9: - οὕτως ἐν μέσ. τύπῳ, Ξεν. Ἱέρ. 2.17, Διον. Ἁλ. 7.51.

French (Bailly abrégé)

f. ἀντιπράξω;
1 agir à l’encontre de, τινι;
2 s’opposer à;
Moy. ἀντιπράσσομαι m. sign.
Étymologie: ἀντί, πράσσω.