εὐδιανός: Difference between revisions
διαφέρει δὲ ἡ κωμῳδία τῆς τραγῳδίας, ὅτι ἡ μὲν κωμῳδία ἀπὸ γέλωτος εἰς γέλωτα καταλήγει, ἡ δὲ τραγῳδία ἀπὸ θρήνου εἰς θρῆνον → comedy is different from tragedy, because comedy tapers off from laughter into laughter, but tragedy from lament into lament
(6_10) |
(21) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''εὐδιανός''': -ή, -όν, = [[εὔδιος]], θαυμαστὸς ἐὼν φάνη… καὶ ψυχρᾶν ὁπότ’ εὐδιανὸν [[φάρμακον]] αὐρᾶν Πελλάνᾳ [[φέρε]], «ἐφάνη δὲ [[θαυμάσιος]] καὶ [[ἡνίκα]] τῶν ψυχρῶν αὐρῶν τὸ [[φάρμακον]] (δηλ. τὴν χλαμύδα) ἐπηνέγκατο ἐν τῇ Πελλήνῃ ([[ἔνθα]] ἐτελεῖτο ἀγὼν τὰ Ἕρμαια)˙ ταὐτην γὰρ ἐλάμβανον τὴν χλαμύδα οἱ νικῶντες» (Σχόλ.), Πινδ. Ο. 9. 146, πρβλ. Bökh εἰς Πίνδ. 5. 10. | |lstext='''εὐδιανός''': -ή, -όν, = [[εὔδιος]], θαυμαστὸς ἐὼν φάνη… καὶ ψυχρᾶν ὁπότ’ εὐδιανὸν [[φάρμακον]] αὐρᾶν Πελλάνᾳ [[φέρε]], «ἐφάνη δὲ [[θαυμάσιος]] καὶ [[ἡνίκα]] τῶν ψυχρῶν αὐρῶν τὸ [[φάρμακον]] (δηλ. τὴν χλαμύδα) ἐπηνέγκατο ἐν τῇ Πελλήνῃ ([[ἔνθα]] ἐτελεῖτο ἀγὼν τὰ Ἕρμαια)˙ ταὐτην γὰρ ἐλάμβανον τὴν χλαμύδα οἱ νικῶντες» (Σχόλ.), Πινδ. Ο. 9. 146, πρβλ. Bökh εἰς Πίνδ. 5. 10. | ||
}} | |||
{{Slater | |||
|sltr=<b>εὐδῐᾱνός</b> <br /> <b>1</b> [[warm]] ψυχρᾶν ὁπότ' εὐδιανὸν [[φάρμακον]] αὐρᾶν Πελλάνᾳ [[φέρε]] (O. 9.97) | |||
}} | }} |
Revision as of 14:00, 17 August 2017
English (LSJ)
ή, όν,
A = εὔδιος, ψυχρᾶν εὐδιανὸν φάρμακον αὐρᾶν a warm remedy for chill airs, i.e. a warm cloak, Pi.O.9.97, cj. in P.5.10.
German (Pape)
[Seite 1062] ή, όν, = εὔδιος, Pind. P. 5, 10; daher ein warmes Winterkleid εὐδιανὸν φάρμακον αὐρῶν heißt, Ol. 9, 97.
Greek (Liddell-Scott)
εὐδιανός: -ή, -όν, = εὔδιος, θαυμαστὸς ἐὼν φάνη… καὶ ψυχρᾶν ὁπότ’ εὐδιανὸν φάρμακον αὐρᾶν Πελλάνᾳ φέρε, «ἐφάνη δὲ θαυμάσιος καὶ ἡνίκα τῶν ψυχρῶν αὐρῶν τὸ φάρμακον (δηλ. τὴν χλαμύδα) ἐπηνέγκατο ἐν τῇ Πελλήνῃ (ἔνθα ἐτελεῖτο ἀγὼν τὰ Ἕρμαια)˙ ταὐτην γὰρ ἐλάμβανον τὴν χλαμύδα οἱ νικῶντες» (Σχόλ.), Πινδ. Ο. 9. 146, πρβλ. Bökh εἰς Πίνδ. 5. 10.
English (Slater)
εὐδῐᾱνός
1 warm ψυχρᾶν ὁπότ' εὐδιανὸν φάρμακον αὐρᾶν Πελλάνᾳ φέρε (O. 9.97)