Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

περισπασμός: Difference between revisions

From LSJ

Νέµουσι δ' οἴκους καὶ τὰ ναυστολούµενα ἔσω δόµων σῴζουσιν, οὐδ' ἐρηµίᾳ γυναικὸς οἶκος εὐπινὴς οὐδ' ὄλβιος → They manage households, and save what is brought by sea within the home, and no house deprived of a woman can be tidy and prosperous

Euripides, Melanippe Captiva, Fragment 6.11
(6_14)
(Bailly1_4)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''περισπασμός''': ὁ, ([[περισπάω]]) ἐπὶ στρατιωτικῶν κινήσεων, «[[περισπασμός]], ἡ ἐκ δυοῖν ἐπιστροφῶν τοῦ τάγματος [[κίνησις]], [[ὥστε]] μεταλαμβάνειν τὸν [[ὀπίσω]] τόπον» Αἰλιαν. Τακτ. 22· πρὸς ταῖς ἐπιστροφαῖς δύνασθαι καὶ τοῖς περισπασμοῖς εὐχρηστεῖν Πολύβ. 12. 18, 3. ΙΙ. ὡς καὶ νῦν, ἐπασχόλησις τῆς προσοχῆς οὐχὶ εἰς τὰ συνήθη ἀλλ’ εἰς ἄλλα πράγματα, Πολύβ. 3. 87, 9· φροντίδας καὶ περισπασμοὺς Πλούτ. 2. 831F· ἐν περισπασμοῖς εἶμαι ὁ αὐτ. 4. 32, 5, κτλ.· ἴδε Wessel. εἰς Διόδ. 12. 38. ΙΙΙ. ὁ [[τόνος]] περισπωμένη, Διον. Ἁλ. π. Συνθ. 11, «τὸ [[ὤμοι]] [[οὐκέτι]] τοῦ ὦ τὸν περισπασμὸν ἐφύλαξεν» [[Ἀπολλώνιος]] περὶ Ἀντωνυμ. 302C.
|lstext='''περισπασμός''': ὁ, ([[περισπάω]]) ἐπὶ στρατιωτικῶν κινήσεων, «[[περισπασμός]], ἡ ἐκ δυοῖν ἐπιστροφῶν τοῦ τάγματος [[κίνησις]], [[ὥστε]] μεταλαμβάνειν τὸν [[ὀπίσω]] τόπον» Αἰλιαν. Τακτ. 22· πρὸς ταῖς ἐπιστροφαῖς δύνασθαι καὶ τοῖς περισπασμοῖς εὐχρηστεῖν Πολύβ. 12. 18, 3. ΙΙ. ὡς καὶ νῦν, ἐπασχόλησις τῆς προσοχῆς οὐχὶ εἰς τὰ συνήθη ἀλλ’ εἰς ἄλλα πράγματα, Πολύβ. 3. 87, 9· φροντίδας καὶ περισπασμοὺς Πλούτ. 2. 831F· ἐν περισπασμοῖς εἶμαι ὁ αὐτ. 4. 32, 5, κτλ.· ἴδε Wessel. εἰς Διόδ. 12. 38. ΙΙΙ. ὁ [[τόνος]] περισπωμένη, Διον. Ἁλ. π. Συνθ. 11, «τὸ [[ὤμοι]] [[οὐκέτι]] τοῦ ὦ τὸν περισπασμὸν ἐφύλαξεν» [[Ἀπολλώνιος]] περὶ Ἀντωνυμ. 302C.
}}
{{bailly
|btext=οῦ (ὁ) :<br /><b>1</b> conversion à droite ou à gauche <i>t. de tact.</i><br /><b>2</b> <i>fig.</i> tiraillement, embarras des affaires, affaire gênante.<br />'''Étymologie:''' [[περισπάω]].
}}
}}

Revision as of 19:21, 9 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: περισπασμός Medium diacritics: περισπασμός Low diacritics: περισπασμός Capitals: ΠΕΡΙΣΠΑΣΜΟΣ
Transliteration A: perispasmós Transliteration B: perispasmos Transliteration C: perispasmos Beta Code: perispasmo/s

English (LSJ)

ὁ,

   A wheeling round, Plb. 10.23.3,12.18.3.    II distracting circumstances, distraction, Metrod. Herc.831.7, Plb.3.87.9(pl.), Phld.Mus.p.98K., Plu.2.831f (pl.) ; ἐν περισπασμοῖς εἶναι Plb.4.32.5, etc.; οἱ τῆς πόλεως π. καὶ φόβοι D.S.12.38 ; περισπασμοὶ καὶ πιθανότητες Chrysipp.Stoic.3.77 : rarely in sg., θυμοῦ π. LXX Ec.2.23, cf. Arr.Epict.3.22.71.    III circumflex accent, D.H.Comp.11, A.D.Pron.34.24.

German (Pape)

[Seite 591] ὁ, 1) das Herumziehen, Wegziehen, anderweitige Beschäftigung, Pol. 3, 87, 9 u. öfter; auch ἐν περισπασμοῖς εἶναι, 4, 32, 5; daher das Abziehen wovon, Zerstreuung, in der Kriegssprache Diversion, Pol. 10, 21, 3 (vgl. das Verbum). – 2) der Circumflex, Gramm., S. Emp. adv. gramm. 109.

Greek (Liddell-Scott)

περισπασμός: ὁ, (περισπάω) ἐπὶ στρατιωτικῶν κινήσεων, «περισπασμός, ἡ ἐκ δυοῖν ἐπιστροφῶν τοῦ τάγματος κίνησις, ὥστε μεταλαμβάνειν τὸν ὀπίσω τόπον» Αἰλιαν. Τακτ. 22· πρὸς ταῖς ἐπιστροφαῖς δύνασθαι καὶ τοῖς περισπασμοῖς εὐχρηστεῖν Πολύβ. 12. 18, 3. ΙΙ. ὡς καὶ νῦν, ἐπασχόλησις τῆς προσοχῆς οὐχὶ εἰς τὰ συνήθη ἀλλ’ εἰς ἄλλα πράγματα, Πολύβ. 3. 87, 9· φροντίδας καὶ περισπασμοὺς Πλούτ. 2. 831F· ἐν περισπασμοῖς εἶμαι ὁ αὐτ. 4. 32, 5, κτλ.· ἴδε Wessel. εἰς Διόδ. 12. 38. ΙΙΙ. ὁ τόνος περισπωμένη, Διον. Ἁλ. π. Συνθ. 11, «τὸ ὤμοι οὐκέτι τοῦ ὦ τὸν περισπασμὸν ἐφύλαξεν» Ἀπολλώνιος περὶ Ἀντωνυμ. 302C.

French (Bailly abrégé)

οῦ (ὁ) :
1 conversion à droite ou à gauche t. de tact.
2 fig. tiraillement, embarras des affaires, affaire gênante.
Étymologie: περισπάω.