διαρρήδην: Difference between revisions

From LSJ

ψυχῆς ἀγῶνα τὸν προκείμενον πέρι δώσων → to stand the appointed trial for his life, to stand the appointed struggle for life and death

Source
(6_6)
(Bailly1_2)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''διαρρήδην''': ἐπίρρ. (διαρρηθῆναι) ῥητῶς, σαφῶς, [[ὡρισμένως]], Λατ. nominatim, Ὕμν. Ὁμ. εἰς Ἑρμ. 313, καὶ παρ’ Ἀττ. πεζ.· ἰδίως ἐπὶ κελευσμάτων τοῦ νόμου, Ἀνδοκ. 25. 20, Λυσ. 94. 31, κτλ.· δ. ψηφίσασθαι Δημ. 342. 29.
|lstext='''διαρρήδην''': ἐπίρρ. (διαρρηθῆναι) ῥητῶς, σαφῶς, [[ὡρισμένως]], Λατ. nominatim, Ὕμν. Ὁμ. εἰς Ἑρμ. 313, καὶ παρ’ Ἀττ. πεζ.· ἰδίως ἐπὶ κελευσμάτων τοῦ νόμου, Ἀνδοκ. 25. 20, Λυσ. 94. 31, κτλ.· δ. ψηφίσασθαι Δημ. 342. 29.
}}
{{bailly
|btext=<i>adv.</i><br />en termes précis.<br />'''Étymologie:''' [[διά]], th. Ϝρη- de [[ῥῆμα]].
}}
}}

Revision as of 19:52, 9 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: διαρρήδην Medium diacritics: διαρρήδην Low diacritics: διαρρήδην Capitals: ΔΙΑΡΡΗΔΗΝ
Transliteration A: diarrḗdēn Transliteration B: diarrēdēn Transliteration C: diarridin Beta Code: diarrh/dhn

English (LSJ)

Adv., (διαρρηθῆναι)

   A expressly, explicitly, h.Merc.313, Plb.3.26.5; esp. of legal enactments or treaties, δ. γέγραπται Foed. ap.And.2.14; δ. εἴρηται μή . . Lys.1.20; ὁ νόμος δ. λέγει Is.3.68; δ. ψηφίσασθαι D.19.6; δ. πέμπειν Pl.Lg.698c; νομοθετεῖν ib.876c.

Greek (Liddell-Scott)

διαρρήδην: ἐπίρρ. (διαρρηθῆναι) ῥητῶς, σαφῶς, ὡρισμένως, Λατ. nominatim, Ὕμν. Ὁμ. εἰς Ἑρμ. 313, καὶ παρ’ Ἀττ. πεζ.· ἰδίως ἐπὶ κελευσμάτων τοῦ νόμου, Ἀνδοκ. 25. 20, Λυσ. 94. 31, κτλ.· δ. ψηφίσασθαι Δημ. 342. 29.

French (Bailly abrégé)

adv.
en termes précis.
Étymologie: διά, th. Ϝρη- de ῥῆμα.