κραταιίς: Difference between revisions

From LSJ

γεγόναμεν γὰρ πρὸς συνεργίαν ὡς πόδες, ὡς χεῖρες, ὡς βλέφαρα, ὡς οἱ στοῖχοι τῶν ἄνω καὶ κάτω ὀδόντων. τὸ οὖν ἀντιπράσσειν ἀλλήλοις παρὰ φύσιν → we are all made for mutual assistance, as the feet, the hands, and the eyelids, as the rows of the upper and under teeth, from whence it follows that clashing and opposition is perfectly unnatural

Source
(6_9)
(Autenrieth)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''κρᾰταιίς''': ἡ, ([[κράτος]]) μόνον ἐν Ὀδ. Λ. 597, ἐπὶ τοῦ λίθου τοῦ Σισύφου, ― ὅτε μέλλοι [[ἄκρον]] ὑπερβαλέειν, τότ’ ἀποστρέψασκε κραταιὶς [[αὖτις]], ὅτε ἔμελλε νὰ ὑπερβῇ τὴν κορυφήν, [[τότε]] ἰσχυρὸν βάρος ἢ [[ἀκαταμάχητος]] [[δύναμις]] ἔστρεφε τὸν λίθον [[ὀπίσω]]· ― [[λίαν]] [[ἀμφίβολος]] [[λέξις]]. Ὁ Ἀρίσταρχ. ἐθεώρει αὐτὴν ὡς ἐπίρρ. = κραταιῶς (ἐκλαμβάνων τὸ ἀποστρέψασκε ὡς ἀμετάβ.), ὁρμητικῶς ἐκυλίετο [[ὀπίσω]]· ἕτεροι θεωροῦσιν αὐτὸ ὡς κύρ. [[ὄνομα]], ἴδε σημασ. ΙΙ. ΙΙ. Κρᾰταιίς, ὡς κύρ. [[ὄνομα]], ἡ Ἰσχυρά, [[ὄνομα]] τῆς μητρὸς τῆς Σκύλλης, Ὀδ. Μ. 124.
|lstext='''κρᾰταιίς''': ἡ, ([[κράτος]]) μόνον ἐν Ὀδ. Λ. 597, ἐπὶ τοῦ λίθου τοῦ Σισύφου, ― ὅτε μέλλοι [[ἄκρον]] ὑπερβαλέειν, τότ’ ἀποστρέψασκε κραταιὶς [[αὖτις]], ὅτε ἔμελλε νὰ ὑπερβῇ τὴν κορυφήν, [[τότε]] ἰσχυρὸν βάρος ἢ [[ἀκαταμάχητος]] [[δύναμις]] ἔστρεφε τὸν λίθον [[ὀπίσω]]· ― [[λίαν]] [[ἀμφίβολος]] [[λέξις]]. Ὁ Ἀρίσταρχ. ἐθεώρει αὐτὴν ὡς ἐπίρρ. = κραταιῶς (ἐκλαμβάνων τὸ ἀποστρέψασκε ὡς ἀμετάβ.), ὁρμητικῶς ἐκυλίετο [[ὀπίσω]]· ἕτεροι θεωροῦσιν αὐτὸ ὡς κύρ. [[ὄνομα]], ἴδε σημασ. ΙΙ. ΙΙ. Κρᾰταιίς, ὡς κύρ. [[ὄνομα]], ἡ Ἰσχυρά, [[ὄνομα]] τῆς μητρὸς τῆς Σκύλλης, Ὀδ. Μ. 124.
}}
{{Autenrieth
|auten=[[overpowering]] [[force]], ‘[[weight]]’ we should [[say]], i. e. the [[force]] of [[gravitation]], in the [[stone]] of [[Sisyphus]], Od. 11.597.—Personified, Κραταιίς, Crataeis, the [[mother]] of [[Scylla]], Od. 12.124.
}}
}}

Revision as of 15:28, 15 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κρᾰταιίς Medium diacritics: κραταιίς Low diacritics: κραταιίς Capitals: ΚΡΑΤΑΙΙΣ
Transliteration A: krataiís Transliteration B: krataiis Transliteration C: krataiis Beta Code: krataii/s

English (LSJ)

ἡ, (κρατύς) of the stone of Sisyphus, ὅτε μέλλοι ἄκρον ὑπερβαλέειν, τότ' ἀποστρέψασκε κραταιίς when it was just about to surmount the top, then did

   A mighty weight turn it back, dub. in Od.11.597 (taken as Adv., violently, by Aristarch.; as κράται' ἴς (where κράταια may be an old fem. of κρατύς like *πλάταια (cf. Skt. pṛthivī), pl. Πλαταιαί, fem. of πλατύς) by Ptol.Asc. ap. Hdn.Gr.2.153).    II (proparox.) as pr.n., the Mighty one, name of the mother of Scylla, Od.12.124.

Greek (Liddell-Scott)

κρᾰταιίς: ἡ, (κράτος) μόνον ἐν Ὀδ. Λ. 597, ἐπὶ τοῦ λίθου τοῦ Σισύφου, ― ὅτε μέλλοι ἄκρον ὑπερβαλέειν, τότ’ ἀποστρέψασκε κραταιὶς αὖτις, ὅτε ἔμελλε νὰ ὑπερβῇ τὴν κορυφήν, τότε ἰσχυρὸν βάρος ἢ ἀκαταμάχητος δύναμις ἔστρεφε τὸν λίθον ὀπίσω· ― λίαν ἀμφίβολος λέξις. Ὁ Ἀρίσταρχ. ἐθεώρει αὐτὴν ὡς ἐπίρρ. = κραταιῶς (ἐκλαμβάνων τὸ ἀποστρέψασκε ὡς ἀμετάβ.), ὁρμητικῶς ἐκυλίετο ὀπίσω· ἕτεροι θεωροῦσιν αὐτὸ ὡς κύρ. ὄνομα, ἴδε σημασ. ΙΙ. ΙΙ. Κρᾰταιίς, ὡς κύρ. ὄνομα, ἡ Ἰσχυρά, ὄνομα τῆς μητρὸς τῆς Σκύλλης, Ὀδ. Μ. 124.

English (Autenrieth)

overpowering force, ‘weight’ we should say, i. e. the force of gravitation, in the stone of Sisyphus, Od. 11.597.—Personified, Κραταιίς, Crataeis, the mother of Scylla, Od. 12.124.