περιείλησις: Difference between revisions

From LSJ

Εὐφήμει, ὦ ἄνθρωπε· ἁσμενέστατα μέντοι αὐτὸ ἀπέφυγον, ὥσπερ λυττῶντά τινα καὶ ἄγριον δεσπότην ἀποδράς → Hush, man, most gladly have I escaped this thing you talk of, as if I had run away from a raging and savage beast of a master

Source
(6_8)
(Bailly1_4)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''περιείλησις''': -εως, ἡ, τὸ περιτυλίσσειν, Ὀρειβάσ. 308 Matth. 2) [[περιστροφή]], περιστροφικὴ [[κίνησις]], ἄστρων [[Πολυδ]]. Δ΄, 156, πρβλ. [[περιήλυσις]].
|lstext='''περιείλησις''': -εως, ἡ, τὸ περιτυλίσσειν, Ὀρειβάσ. 308 Matth. 2) [[περιστροφή]], περιστροφικὴ [[κίνησις]], ἄστρων [[Πολυδ]]. Δ΄, 156, πρβλ. [[περιήλυσις]].
}}
{{bailly
|btext=εως (ἡ) :<br />action d’enrouler.<br />'''Étymologie:''' [[περιειλέω]].
}}
}}

Revision as of 19:35, 9 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: περιείλησις Medium diacritics: περιείλησις Low diacritics: περιείλησις Capitals: ΠΕΡΙΕΙΛΗΣΙΣ
Transliteration A: perieílēsis Transliteration B: perieilēsis Transliteration C: perieilisis Beta Code: periei/lhsis

English (LSJ)

εως, ἡ,

   A wrapping round, Herod.Med. ap. Orib.10.18.15, Sor.1.77,84(pl.).    2 revolution, [ἄστρων] Poll.4.156.

German (Pape)

[Seite 573] ἡ, das Herumwinden, Plut. Cat. mai. 13 l. d.

Greek (Liddell-Scott)

περιείλησις: -εως, ἡ, τὸ περιτυλίσσειν, Ὀρειβάσ. 308 Matth. 2) περιστροφή, περιστροφικὴ κίνησις, ἄστρων Πολυδ. Δ΄, 156, πρβλ. περιήλυσις.

French (Bailly abrégé)

εως (ἡ) :
action d’enrouler.
Étymologie: περιειλέω.