θηλή: Difference between revisions

From LSJ

εἰ ἀποκρυπτόντων τῶν Μήδων τὸν ἥλιον ὑπὸ σκιῇ ἔσοιτο πρὸς αὐτοὺς ἡ μάχη καὶ οὐκ ἐν ἡλίῳ → if the Medes hid the sun, the battle would be to them in the shade and not in the sun

Source
(6_9)
(Bailly1_3)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''θηλή''': ἡ, (θάω) τὸ [[μέρος]] τοῦ μαστοῦ [[ὅθεν]] ἐξέρχεται τὸ [[γάλα]], ἡ «ῥῶγα», Λατ. papilla, Εὐρ. Κύκλ. 56, Πλάτ. Κρατ. 414Α· τῶν μαστῶν ἡ θ., δι’ ἧς... τὸ [[γάλα]] διηθεῖται Ἀριστ. Ι. Ζ. 1. 12, 2, πρβλ. 2. 1, 38· ἐπὶ ζῴων, [[αὐτόθι]].
|lstext='''θηλή''': ἡ, (θάω) τὸ [[μέρος]] τοῦ μαστοῦ [[ὅθεν]] ἐξέρχεται τὸ [[γάλα]], ἡ «ῥῶγα», Λατ. papilla, Εὐρ. Κύκλ. 56, Πλάτ. Κρατ. 414Α· τῶν μαστῶν ἡ θ., δι’ ἧς... τὸ [[γάλα]] διηθεῖται Ἀριστ. Ι. Ζ. 1. 12, 2, πρβλ. 2. 1, 38· ἐπὶ ζῴων, [[αὐτόθι]].
}}
{{bailly
|btext=ῆς (ἡ) :<br />bout du sein, sein, mamelle.<br />'''Étymologie:''' R. Θα &gt; Θαλ, sucer ; cf. <i>lat.</i> fellare ; v. [[θῆλυς]].
}}
}}

Revision as of 19:29, 9 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: θηλή Medium diacritics: θηλή Low diacritics: θηλή Capitals: ΘΗΛΗ
Transliteration A: thēlḗ Transliteration B: thēlē Transliteration C: thili Beta Code: qhlh/

English (LSJ)

ἡ, (θῆσαι)

   A teat, nipple, E.Cyc.56 (lyr.), Hp.Epid.5.101, Pl. Cra.414a; τῶν μαστῶν ἡ θ., δι' ἧς . . τὸ γάλα διηθεῖται Arist.HA493a13; of animals, ib.500a24; θ. πεφιλοτεχνημέναι dumb teats, Sor.1.115.    II head of a pole, κοντοὶ σὺν θηλαῖς σιδηραῖς PLond.3.1164h9 (iii A.D.).

German (Pape)

[Seite 1207] (θάω), ἡ, Mutterbrust; Eur. Cycl. 56; Plat. Crat. 414 a u. A.; θηλὴν ἐπέχειν τινί Agathocl. bei Ath. IX, 376 a; eigtl. die Warze, dah. θηλαὶ μαστῶν Arist. H. A. 2, 8.

Greek (Liddell-Scott)

θηλή: ἡ, (θάω) τὸ μέρος τοῦ μαστοῦ ὅθεν ἐξέρχεται τὸ γάλα, ἡ «ῥῶγα», Λατ. papilla, Εὐρ. Κύκλ. 56, Πλάτ. Κρατ. 414Α· τῶν μαστῶν ἡ θ., δι’ ἧς... τὸ γάλα διηθεῖται Ἀριστ. Ι. Ζ. 1. 12, 2, πρβλ. 2. 1, 38· ἐπὶ ζῴων, αὐτόθι.

French (Bailly abrégé)

ῆς (ἡ) :
bout du sein, sein, mamelle.
Étymologie: R. Θα > Θαλ, sucer ; cf. lat. fellare ; v. θῆλυς.