ἑκτός: Difference between revisions

From LSJ

κέρκος τῇ ἀλώπεκι μαρτυρεῖ → you can tell a fox by its tail, small traits give the clue to the character of a person

Source
(6_11)
(big3_14b)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἑκτός''': -ή, -όν, ῥηματ. ἐπίθ. τοῦ ἔχω, ὃν δύναταί τις νὰ ἔχῃ, τὰ μὲν οὖν ἑκτά ἐστιν, ὅσα ἐνδέχεται ἔχειν, [[οἷον]] ἡ [[δικαιοσύνη]] κτλ. Διογ. Λ. 3. 105˙ ἡ ἐν Ἀθηναίῳ (420D) [[φράσις]] τὰ ἑκτὰ τρύπα, φαίνεται ἐφθαρμένη.
|lstext='''ἑκτός''': -ή, -όν, ῥηματ. ἐπίθ. τοῦ ἔχω, ὃν δύναταί τις νὰ ἔχῃ, τὰ μὲν οὖν ἑκτά ἐστιν, ὅσα ἐνδέχεται ἔχειν, [[οἷον]] ἡ [[δικαιοσύνη]] κτλ. Διογ. Λ. 3. 105˙ ἡ ἐν Ἀθηναίῳ (420D) [[φράσις]] τὰ ἑκτὰ τρύπα, φαίνεται ἐφθαρμένη.
}}
{{DGE
|dgtxt=-ή, -όν<br />fil. [[que puede ser tenido o poseído]] τῶν ἀγαθῶν ... τὰ μὲν [[γάρ]] ἐστιν ἑκτά D.L.3.105<br /><b class="num">•</b>en la fil. estoica, neutr. plu. subst. τὰ ἑκτά [[cualidades que puede tener la sustancia]] por op. a las adquiridas τὰς γὰρ ποιότητας ἑκτά λέγοντες Chrysipp.<i>Stoic</i>.2.129.12, θαυμάζω δὲ τῶν Στωϊκῶν χωριζόντων τὰς ἕξεις ἀπὸ τῶν ἑκτῶν Chrysipp.<i>Stoic</i>.2.150.44, Περὶ ἑκτῶν tít. de una obra de Cornuto <i>POxy</i>.3649.
}}
}}

Revision as of 12:29, 21 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἑκτός Medium diacritics: ἑκτός Low diacritics: εκτός Capitals: ΕΚΤΟΣ
Transliteration A: hektós Transliteration B: hektos Transliteration C: ektos Beta Code: e(kto/s

English (LSJ)

ή, όν, (ἔχω) ; ἑκτά, τά, the

   A qualities of substances (opp. aggregates), Stoic.2.129,150; ἑκτά in Ath.10.420d appears to be corrupt.

German (Pape)

[Seite 782] was man haben, besitzen kann, D. L. 3, 105.

Greek (Liddell-Scott)

ἑκτός: -ή, -όν, ῥηματ. ἐπίθ. τοῦ ἔχω, ὃν δύναταί τις νὰ ἔχῃ, τὰ μὲν οὖν ἑκτά ἐστιν, ὅσα ἐνδέχεται ἔχειν, οἷονδικαιοσύνη κτλ. Διογ. Λ. 3. 105˙ ἡ ἐν Ἀθηναίῳ (420D) φράσις τὰ ἑκτὰ τρύπα, φαίνεται ἐφθαρμένη.

Spanish (DGE)

-ή, -όν
fil. que puede ser tenido o poseído τῶν ἀγαθῶν ... τὰ μὲν γάρ ἐστιν ἑκτά D.L.3.105
en la fil. estoica, neutr. plu. subst. τὰ ἑκτά cualidades que puede tener la sustancia por op. a las adquiridas τὰς γὰρ ποιότητας ἑκτά λέγοντες Chrysipp.Stoic.2.129.12, θαυμάζω δὲ τῶν Στωϊκῶν χωριζόντων τὰς ἕξεις ἀπὸ τῶν ἑκτῶν Chrysipp.Stoic.2.150.44, Περὶ ἑκτῶν tít. de una obra de Cornuto POxy.3649.