φλοίω: Difference between revisions

From LSJ

ζηλοῦτε δὲ τὰ χαρίσματα τὰ μείζονα. Καὶ ἔτι καθ᾽ ὑπερβολὴν ὁδὸν ὑμῖν δείκνυμι (1 Corinthians 12:31) → But go ahead and strive for the greater gifts. And I'm about to show you a still more excellent way.

Source
(Bailly1_5)
(45)
Line 18: Line 18:
{{bailly
{{bailly
|btext=<i>seul. part. prés;<br />c.</i> [[φλέω]].
|btext=<i>seul. part. prés;<br />c.</i> [[φλέω]].
}}
{{grml
|mltxt=Α<br />(για [[φυτό]]) βρίσκομαι σε [[ακμή]], έχω εξαιρετική [[γονιμότητα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Ο τ. συνδέεται με το ρ. [[φλέω]].
}}
}}

Revision as of 12:41, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: φλοίω Medium diacritics: φλοίω Low diacritics: φλοίω Capitals: ΦΛΟΙΩ
Transliteration A: phloíō Transliteration B: phloiō Transliteration C: floio Beta Code: floi/w

English (LSJ)

(φλέω)

   A burst out, swell, be in full vigour or bloom, Antim. 36, cf. Plu.2.683f.

German (Pape)

[Seite 1293] (vgl. φλέω), quellen, schwellen, strotzen, in voller Kraft, Blüthe sein; φλοίουσα ὀπώρα Antimach. bei Plut. Symp. 5, 8,3, vgl. 8, 10, 3, was Plut. durch χλωρά erkl.

Greek (Liddell-Scott)

φλοίω: (φλέω) εἶμαι ἐν πλήρει ἀκμῇ φυτικῆς γονιμότητος, σφριγῶ, Ἀντίμαχ. παρὰ Πλουτ. 2. 683F, πρβλ. 735D.

French (Bailly abrégé)

seul. part. prés;
c.
φλέω.

Greek Monolingual

Α
(για φυτό) βρίσκομαι σε ακμή, έχω εξαιρετική γονιμότητα.
[ΕΤΥΜΟΛ. Ο τ. συνδέεται με το ρ. φλέω.