ἀξιόπιστος: Difference between revisions
οὐδ' ἄμμε διακρινέει φιλότητος ἄλλο, πάρος θάνατόν γε μεμορμένον ἀμφικαλύψαι → nor will anything else divide us from our love before the fate of death enshrouds us (Apollonius of Rhodes, Argonautica 3.1129f.)
(Bailly1_1) |
(big3_5) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{bailly | {{bailly | ||
|btext=ος, ον :<br />digne de foi <i>ou</i> de confiance.<br />'''Étymologie:''' [[ἄξιος]], [[πίστις]]. | |btext=ος, ον :<br />digne de foi <i>ou</i> de confiance.<br />'''Étymologie:''' [[ἄξιος]], [[πίστις]]. | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=-ον<br /><b class="num">I</b> <b class="num">1</b>de pers. [[digno de crédito o de confianza]] [[ἀνήρ]] Pl.<i>Alc</i>.1.123b, <i>SB</i> 9456.12, [[ἄνθρωπος]] ... [[ἀξιόπιστος]] δ' ἂν [[εἰκότως]] φαίνοιτο D.1.3, Κτησίας οὐκ ὢν ἀ. Arist.<i>HA</i> 606<sup>a</sup>8, ὅταν οὕτω λεχθῇ ὁ λόγος ὥστε ἀξιόπιστον ποιῆσαι τὸν λέγοντα cuando el lenguaje es usado de tal forma que hace digno de fe al que habla</i> Arist.<i>Rh</i>.1356<sup>a</sup>5, de los filósofos, Phld.<i>Mus</i>.p.77K., de Alejandro, Luc.<i>Alex</i>.4, φύλακες <i>PCair.Zen</i>.361.11 (III a.C.), μάρτυρες <i>PLond</i>.1711.32 (VI d.C.), φιλόσοφος <i>Ep.Diog</i>.8.2, cf. Fauorin.<i>de Ex</i>.21.3, ἀ. εἰς ταῦτα X.<i>Mem</i>.1.5.2<br /><b class="num">•</b>de cosas y abstr. [[digno de crédito]], [[seguro]] ἦθος Pl.<i>Ep</i>.323a, πεῖρα Arist.<i>GA</i> 741<sup>a</sup>37, ναύλοχα πρὸς τοσαύτην ἀξιόπιστα ναυτιλίαν Plu.<i>Caes</i>.58, cf. Plu.2.68c, πράγματα M.Ant.6.13, κατηγορία D.C.74.9.5 (p.345), ὁ πρόσωπος Charito 6.9<br /><b class="num">•</b>[[leal]], [[benevolente]] ἀξιοπιστότερά ἐστιν τραύματα φίλου ἢ ἑκούσια φιλήματα ἐχθροῦ LXX <i>Pr</i>.27.6<br /><b class="num">•</b>subst. τὸ ἀ. [[credibilidad]] τὸ τῆς ἐπαγγελίας αὐτῶν ἀξιόπιστον Plb.3.44.7.<br /><b class="num">2</b> [[capaz de creer]] ἵνα ... ἀξιοπίστους αὐτοὺς ἐργάσηται Chrys.M.62.207.<br /><b class="num">II</b> subst. ἀξιόπιστον, τό [[autoridad]], [[prestigio]] τὸ γεραιὸν τῆς ἡλικίας καὶ ἀξιόπιστον οὐκ ἐπικαλυπτέον Clem.Al.<i>Paed</i>.3.11.63.<br /><b class="num">III</b> adv. -ως<br /><b class="num">1</b> [[de forma digna de crédito]] ἀ. συνῶπται Arist.<i>GA</i> 741<sup>a</sup>34.<br /><b class="num">2</b> [[verosímilmente]] ταῦτα λέγειν Timae.156, κελεύειν ἀ. Gal.17(2).139, τὰ αὐτῶν ... δοκεῖν εἶναι ἀληθῆ ἀ. Plot.2.9.10. | |||
}} | }} |
Revision as of 12:15, 21 August 2017
English (LSJ)
ον,
A trustworthy, Pl.Alc.1.123b; ἀ. ἄν εἰκότως φαίνοιτο D.1.3; κτησίας οὐκ ὢν ἀ. Arist.HA606a8, al.; ἀ. εἴς τι X.Mem. 1.5.2; ναύλοχα ἀ. πρὸς τοσαύτην ναυτιλίαν sufficient for .., Plu.Caes. 58: Comp., Phld.Mus.p.77 K. 2 of evidence, trustworthy, Arist. GA741a37. Adv. -τως, ἀ. συνῶπται 741a34. 3 in bad sense, plausible, in Adv. -τως Timae.70, Gal.17(2).139.
German (Pape)
[Seite 270] glaubwürdig, Plat. Alc. I, 123 a; εἴς τι Xen. Mem. 1, 5, 2; zuverlässig, Dem. 1, 3; Plut. oft. – Adv. -πίστως, Cic. Att. 13, 37.
Greek (Liddell-Scott)
ἀξιόπιστος: -ον, ὁ ἄξιος πίστεως, ἀξιόπιστος, ὡς καὶ νῦν, Πλάτ. Ἀλκ. 1. 123B· ἀξιόπιστος ἂν εἰκότως φαίνοιτο Δημ. 10. 5· Κτησίας οὐκ ὤν ἀξιόπιστος Ἀριστ. Ἱστ. Ζ. 8. 28, 4, κ. ἀλλ.· ἀξ. εἴς τι Ξεν. Ἀπομν. 1. 5, 2· ἀξ. πρὸς τὴν τοσαύτην ναυτιλίαν, ἱκανός, ἀρκετός, Πλουτ. Καῖσ. 58. 2) τὸ ἐκ πείρας καθιστάμενον ἄξιον πίστεως, ἀλλὰ τούτων μὲν οὐ πεῖραν ἔχομεν ἀξιόπιστον Ἀριστ. Γεν. Ζ. 2. 5, 7· ὅσων ἀξιόπιστον ἔχομεν τὴν πεῖραν αὐτόθι 4. 10: - οὕτως, ἐπίρρ. -τως, ὅπερ ἀξιοπίστως μὲν οὐ συνῶπται μέχρι γε τοῦ νῦν π. Ζ. γεν. 2, 5. 3) ἐπὶ κακῆς σημασίας, ὁ φαινόμενος ἀξιόπιστος, εὐλογοφανής, Ἐκκλ.: - καὶ ἐπίρρ. -τως Τίμαι. 70.
French (Bailly abrégé)
ος, ον :
digne de foi ou de confiance.
Étymologie: ἄξιος, πίστις.
Spanish (DGE)
-ον
I 1de pers. digno de crédito o de confianza ἀνήρ Pl.Alc.1.123b, SB 9456.12, ἄνθρωπος ... ἀξιόπιστος δ' ἂν εἰκότως φαίνοιτο D.1.3, Κτησίας οὐκ ὢν ἀ. Arist.HA 606a8, ὅταν οὕτω λεχθῇ ὁ λόγος ὥστε ἀξιόπιστον ποιῆσαι τὸν λέγοντα cuando el lenguaje es usado de tal forma que hace digno de fe al que habla Arist.Rh.1356a5, de los filósofos, Phld.Mus.p.77K., de Alejandro, Luc.Alex.4, φύλακες PCair.Zen.361.11 (III a.C.), μάρτυρες PLond.1711.32 (VI d.C.), φιλόσοφος Ep.Diog.8.2, cf. Fauorin.de Ex.21.3, ἀ. εἰς ταῦτα X.Mem.1.5.2
•de cosas y abstr. digno de crédito, seguro ἦθος Pl.Ep.323a, πεῖρα Arist.GA 741a37, ναύλοχα πρὸς τοσαύτην ἀξιόπιστα ναυτιλίαν Plu.Caes.58, cf. Plu.2.68c, πράγματα M.Ant.6.13, κατηγορία D.C.74.9.5 (p.345), ὁ πρόσωπος Charito 6.9
•leal, benevolente ἀξιοπιστότερά ἐστιν τραύματα φίλου ἢ ἑκούσια φιλήματα ἐχθροῦ LXX Pr.27.6
•subst. τὸ ἀ. credibilidad τὸ τῆς ἐπαγγελίας αὐτῶν ἀξιόπιστον Plb.3.44.7.
2 capaz de creer ἵνα ... ἀξιοπίστους αὐτοὺς ἐργάσηται Chrys.M.62.207.
II subst. ἀξιόπιστον, τό autoridad, prestigio τὸ γεραιὸν τῆς ἡλικίας καὶ ἀξιόπιστον οὐκ ἐπικαλυπτέον Clem.Al.Paed.3.11.63.
III adv. -ως
1 de forma digna de crédito ἀ. συνῶπται Arist.GA 741a34.
2 verosímilmente ταῦτα λέγειν Timae.156, κελεύειν ἀ. Gal.17(2).139, τὰ αὐτῶν ... δοκεῖν εἶναι ἀληθῆ ἀ. Plot.2.9.10.