ἀσύμμετρος: Difference between revisions

From LSJ

μηδενί δίκην δικάσῃς πρίν ἀμφοῖν μῦθον ἀκούσῃς → do not give your judgement on anything until you have heard a speech on both sides

Source
(Bailly1_1)
(big3_7)
Line 18: Line 18:
{{bailly
{{bailly
|btext=ος, ον :<br />qui n’a pas de commune mesure, disproportionné, énorme.<br />'''Étymologie:''' ἀ, [[σύμμετρος]].
|btext=ος, ον :<br />qui n’a pas de commune mesure, disproportionné, énorme.<br />'''Étymologie:''' ἀ, [[σύμμετρος]].
}}
{{DGE
|dgtxt=-ον<br /><b class="num">I</b> <b class="num">1</b>[[inconmensurable]] c. dat. ταῖς μεγίσταις συμμετρίαις Pl.<i>Ti</i>.87d<br /><b class="num">•</b>abs. οὐσίαν χρημάτων ... ἀσύμμετρον οὖσαν Pl.<i>Lg</i>.918b, ἡ [[διάμετρος]] καὶ ἡ πλευρά Arist.<i>EN</i> 1112<sup>a</sup>23, τὰ μεγέθη Euc.<i>Def</i>.10.2.<br /><b class="num">2</b> [[de excesiva longitud]] τὸ ὑπόμνημα Demetr.Lac. en <i>CErc</i>.8p.95.<br /><b class="num">II</b> <b class="num">1</b>[[desproporcionado]], [[asimétrico]] κρᾶσις Thphr.<i>Sens</i>.14 (= Emp.A 86), κινήματα Phld.<i>Mort</i>.9.6, κῶλον D.H.<i>Comp</i>.23<br /><b class="num">•</b>c. πρός y ac., de los animales ὅσα κατὰ τὸ μῆκος ἀσύμμετρά ἐστι πρὸς τὴν [[ἄλλην]] τοῦ σώματος φύσιν Arist.<i>IA</i> 708<sup>a</sup>15, cf. X.<i>Cyn</i>.2.7<br /><b class="num">•</b>[[mal proporcionado]] σῶμα Arist.<i>Po</i>.1461<sup>a</sup>13, ἄνδρες Plu.2.8201.<br /><b class="num">2</b> [[inadecuado]] πρὸς δημοκρατίαν Plu.<i>Per</i>.16, cf. <i>Them</i>.22<br /><b class="num">•</b>c. dat. διὰ ... μέγεθος τῆς ἀρετῆς ἀσύμμετρον τοῖς καθεστῶσι καιροῖς Plu.<i>Phoc</i>.3<br /><b class="num">•</b>c. inf. κατὰ μέγεθος ἀσύμμετρον εἶναι περιλαβεῖν Arist.<i>GA</i> 719<sup>b</sup>12.<br /><b class="num">3</b> mat. [[irracional]] op. κατὰ λόγον Arist.<i>Sens</i>.439<sup>b</sup>30.<br /><b class="num">III</b> adv. -ως<br /><b class="num">1</b> [[inconmensurablemente]] τὰ δὲ πρὸ τοῦ δημιουργοῦ ὑφέστη ... ἀ. Dam.<i>in Prm</i>.427.<br /><b class="num">2</b> [[desproporcionadamente]] ἔχειν Attic.5.52.<br /><b class="num">3</b> [[desfavorablemente]] πρὸς ... τὴν κύησιν Plot.2.3.14.
}}
}}

Revision as of 12:18, 21 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀσύμμετρος Medium diacritics: ἀσύμμετρος Low diacritics: ασύμμετρος Capitals: ΑΣΥΜΜΕΤΡΟΣ
Transliteration A: asýmmetros Transliteration B: asymmetros Transliteration C: asymmetros Beta Code: a)su/mmetros

English (LSJ)

Att. ἀξ-, ον,

   A incommensurable, ταῖς μεγίσταις συμμετρίαις Pl.Ti.87d: abs., Arist.Sens. 439b30, al., Pl.Lg.918b; ἀ. ἡ διάμετρος καὶ ἡ πλευρά Arist.EN1112a23. Adv. -ρως Dam.Pr.427.    II disproportionate, X.Cyn.2.7; ἀ. πρός τι disproportionate to it, Arist.IA708a15; ill-proportioned, Id.Po.1461a13; ὑπόμνημα of excessive length, Demetr.Lac.Herc. 1014.67F.; κινήματα Phld.Mort.9. Adv. -ρως ib.8, Attic. ap. Eus. PE15.7.    III unsuited, πρὸς δημοκρατίαν Plu.Per.16, cf. Them. 22; τινί Phoc.3: c. inf., not of fit size to... Arist.GA719b12.

German (Pape)

[Seite 380] ohne Ebenmaaß, vgl. Plut. Pericl. 3; nicht zusammenpassend, τινί Plat. Tim. 87 d; πρός τι Xen. Cyn. 2, 8; Plut. Pericl. 16; unermeßlich, οὐ σία Plat. Legg. XI, 918 b; incommensurabel, Arist. Mathem.

Greek (Liddell-Scott)

ἀσύμμετρος: παλ. Ἀττ. ἀξύμμετρος, -ον, ὁ μὴ ἔχων τὸ αὐτὸ μέτρον, ὁ μὴ ἐν ἁρμονίᾳ τινί, ἀξύμμετρον ταῖς μεγίσταις ξυμμετρίαις Πλάτ. Τίμ. 87D, καὶ συχν. παρ’ Ἀριστ.· πρός τι Πλουτ. Θεμ. 22· ἀπολ., ἀσύμμετροςδιάμετρος καὶ ἡ πλευρὰ Ἀριστ. Ἠθ. Ν. 3. 3, 2. ΙΙ. μὴ ἔχων συμμετρίαν, δυσανάλογος, Ξεν. Κυν. 2. 7, Ἀριστ. Ποιητ. 25, 16, κ. ἀλλ.· ἀσύμμετρος πρός τι, δυσανάλογος πρὸς αὐτό, ὁ αὐτ. περὶ Ζ. Πορ. 8, 2· ἀσ. οὐσία, ὑπέρμετρος, μεγάλη, Πλάτ. Νόμ. 918Β: - Ἐπίρρ. ἀσυμμέτρως, Ἀττικὸς παρ’ Εὐσ. ἐν Εὐαγγ. Πρ. 805C. ΙΙΙ. μετ’ ἀπαρ., ὁ μὴ ἔχων σύμμετρον μέγεθος, Ἀριστ. π. Ζ. Γεν. 1. 12, 4.

French (Bailly abrégé)

ος, ον :
qui n’a pas de commune mesure, disproportionné, énorme.
Étymologie: ἀ, σύμμετρος.

Spanish (DGE)

-ον
I 1inconmensurable c. dat. ταῖς μεγίσταις συμμετρίαις Pl.Ti.87d
abs. οὐσίαν χρημάτων ... ἀσύμμετρον οὖσαν Pl.Lg.918b, ἡ διάμετρος καὶ ἡ πλευρά Arist.EN 1112a23, τὰ μεγέθη Euc.Def.10.2.
2 de excesiva longitud τὸ ὑπόμνημα Demetr.Lac. en CErc.8p.95.
II 1desproporcionado, asimétrico κρᾶσις Thphr.Sens.14 (= Emp.A 86), κινήματα Phld.Mort.9.6, κῶλον D.H.Comp.23
c. πρός y ac., de los animales ὅσα κατὰ τὸ μῆκος ἀσύμμετρά ἐστι πρὸς τὴν ἄλλην τοῦ σώματος φύσιν Arist.IA 708a15, cf. X.Cyn.2.7
mal proporcionado σῶμα Arist.Po.1461a13, ἄνδρες Plu.2.8201.
2 inadecuado πρὸς δημοκρατίαν Plu.Per.16, cf. Them.22
c. dat. διὰ ... μέγεθος τῆς ἀρετῆς ἀσύμμετρον τοῖς καθεστῶσι καιροῖς Plu.Phoc.3
c. inf. κατὰ μέγεθος ἀσύμμετρον εἶναι περιλαβεῖν Arist.GA 719b12.
3 mat. irracional op. κατὰ λόγον Arist.Sens.439b30.
III adv. -ως
1 inconmensurablemente τὰ δὲ πρὸ τοῦ δημιουργοῦ ὑφέστη ... ἀ. Dam.in Prm.427.
2 desproporcionadamente ἔχειν Attic.5.52.
3 desfavorablemente πρὸς ... τὴν κύησιν Plot.2.3.14.