ἀντιβατικός: Difference between revisions
λύχνον μεθ' ἡμέραν ἅψας περιῄει λέγων ἄνθρωπον ζητῶ → he lit a lamp in broad daylight and said, as he went about, I am looking for a man
(big3_5) |
(4) |
||
Line 21: | Line 21: | ||
{{DGE | {{DGE | ||
|dgtxt=-ή, -όν<br /><b class="num">I</b> <b class="num">1</b>[[opuesto]], [[contrario]] φορά Plu.<i>Phoc</i>.2.<br /><b class="num">2</b> [[resistente]], [[firme]] ἀντιβατικωτέρα ἡ κατὰ τὴν κίνησιν τοῦ οὐρανίου σώματος [[ἁφή]] Simp.<i>in Cael</i>.440.19, cf. 9, τὸ σῶμα Hierocl.p.23, cf. Alex.Aphr.<i>Quaest</i>.62.4<br /><b class="num">•</b>subst. τὸ ἀ. [[resistencia]], [[firmeza]] τὴν δὲ περίσχισιν τοῦ πυρὸς φαίνεσθαι διὰ τὸ παχυμερὲς καὶ ἀντιβατικόν Olymp.<i>in Mete</i>.18.30, en med. del pulso τὸ γὰρ ἀνατρεπτικόν τε καὶ ἀντιβατικὸν ἀπεδώκαμεν ἐκείνῳ Gal.8.949, cf. 644.<br /><b class="num">II</b> adv. <br /><b class="num">1</b> -ῶς [[de forma firme]] del latido del pulso πλήττων Gal.8.668.<br /><b class="num">2</b> compar. neutr. como adv. κλίνης ἀντιβατικώτερον ἐστρωμένης hecha una cama en forma más dura</i> Sor.140.12. | |dgtxt=-ή, -όν<br /><b class="num">I</b> <b class="num">1</b>[[opuesto]], [[contrario]] φορά Plu.<i>Phoc</i>.2.<br /><b class="num">2</b> [[resistente]], [[firme]] ἀντιβατικωτέρα ἡ κατὰ τὴν κίνησιν τοῦ οὐρανίου σώματος [[ἁφή]] Simp.<i>in Cael</i>.440.19, cf. 9, τὸ σῶμα Hierocl.p.23, cf. Alex.Aphr.<i>Quaest</i>.62.4<br /><b class="num">•</b>subst. τὸ ἀ. [[resistencia]], [[firmeza]] τὴν δὲ περίσχισιν τοῦ πυρὸς φαίνεσθαι διὰ τὸ παχυμερὲς καὶ ἀντιβατικόν Olymp.<i>in Mete</i>.18.30, en med. del pulso τὸ γὰρ ἀνατρεπτικόν τε καὶ ἀντιβατικὸν ἀπεδώκαμεν ἐκείνῳ Gal.8.949, cf. 644.<br /><b class="num">II</b> adv. <br /><b class="num">1</b> -ῶς [[de forma firme]] del latido del pulso πλήττων Gal.8.668.<br /><b class="num">2</b> compar. neutr. como adv. κλίνης ἀντιβατικώτερον ἐστρωμένης hecha una cama en forma más dura</i> Sor.140.12. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[ἀντιβατικός]], -ή, -όν (Α)<br />αυτός που αντιβαίνει σε [[κάτι]], ο [[αντίθετος]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 06:22, 29 September 2017
English (LSJ)
ή, όν,
A contrary, opposite, φορά Plu.Phoc.2. II of contact, firm, thorough, -κωτέρα ἡ κατὰ τὴν κίνησιν τοῦ οὐρανίου σώματος ἁφή Simp.in Cael.440.19, cf. 9; resistent, Hierocl. p.23A., Alex.Aphr.Quaest.62.4, Olymp.in Mete.18.30; of the pulse, Gal.8.949, cf.644. Adv. -κῶς ib.668: Comp., κλίνης -κώτερον ἐστρωμένης Sor.2.61.
German (Pape)
[Seite 250] zum Widerstand geeignet, Galen.; widerstrebend, Plut. Phoc. 2.
Greek (Liddell-Scott)
ἀντιβᾰτικός: -ή, -όν, ἐναντίος, ἀντίθετος, Πλουτ. Φωκ. 2, Γαλην.
French (Bailly abrégé)
ή, όν :
qui résiste, opposé à.
Étymologie: ἀντιβαίνω.
Spanish (DGE)
-ή, -όν
I 1opuesto, contrario φορά Plu.Phoc.2.
2 resistente, firme ἀντιβατικωτέρα ἡ κατὰ τὴν κίνησιν τοῦ οὐρανίου σώματος ἁφή Simp.in Cael.440.19, cf. 9, τὸ σῶμα Hierocl.p.23, cf. Alex.Aphr.Quaest.62.4
•subst. τὸ ἀ. resistencia, firmeza τὴν δὲ περίσχισιν τοῦ πυρὸς φαίνεσθαι διὰ τὸ παχυμερὲς καὶ ἀντιβατικόν Olymp.in Mete.18.30, en med. del pulso τὸ γὰρ ἀνατρεπτικόν τε καὶ ἀντιβατικὸν ἀπεδώκαμεν ἐκείνῳ Gal.8.949, cf. 644.
II adv.
1 -ῶς de forma firme del latido del pulso πλήττων Gal.8.668.
2 compar. neutr. como adv. κλίνης ἀντιβατικώτερον ἐστρωμένης hecha una cama en forma más dura Sor.140.12.
Greek Monolingual
ἀντιβατικός, -ή, -όν (Α)
αυτός που αντιβαίνει σε κάτι, ο αντίθετος.