διατονικός: Difference between revisions

From LSJ

ἧς ἂν ἐπ' ἐλάχιστον ἀρετῆς πέρι ἢ ψόγου ἐν τοῖς ἄρσεσι κλέος ᾖ → of whom there is least talk either for praise or blame, of whom there is least notoriety among the men either for praise or blame

Source
(big3_11)
(9)
Line 15: Line 15:
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=-ή, -όν<br /><b class="num">I</b> <b class="num">1</b>mús. [[diatónico]] [[εἶδος]] Ph.1.321, γένος Ph.1.245, Dam.<i>Isid</i>.127, [[διάστημα]] Cleonid.<i>Harm</i>.5, cf. Ph.1.111, Anon.Bellerm.26.<br /><b class="num">2</b> arq. [[reforzado por perpiaños]], [[opus diatonicum]], Plin.<i>HN</i> 36.172, cf. [[διάτονος]].<br /><b class="num">II</b> adv. -ῶς [[diatónicamente]] (λύρα) δ. ... τεταγμένη Nicom.<i>Harm</i>.11.
|dgtxt=-ή, -όν<br /><b class="num">I</b> <b class="num">1</b>mús. [[diatónico]] [[εἶδος]] Ph.1.321, γένος Ph.1.245, Dam.<i>Isid</i>.127, [[διάστημα]] Cleonid.<i>Harm</i>.5, cf. Ph.1.111, Anon.Bellerm.26.<br /><b class="num">2</b> arq. [[reforzado por perpiaños]], [[opus diatonicum]], Plin.<i>HN</i> 36.172, cf. [[διάτονος]].<br /><b class="num">II</b> adv. -ῶς [[diatónicamente]] (λύρα) δ. ... τεταγμένη Nicom.<i>Harm</i>.11.
}}
{{grml
|mltxt=-ή, -ό (AM [[διατονικός]], -ή, -όν) [[διάτονος]]<br /><b>1.</b> αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στο διατονικό ή στο διάτονο<br /><b>2.</b> [[μουσικός]] όρος που χαρακτηρίζει τις σχέσεις [[μεταξύ]] γειτονικών φυσικών φθόγγων στη μείζονα και ελάσσονα [[κλίμακα]], αντίθετα από τη χρωματική [[κλίμακα]]<br /><b>αρχ.</b><br />[[διάτονος]].
}}
}}

Revision as of 07:04, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: διατονικός Medium diacritics: διατονικός Low diacritics: διατονικός Capitals: ΔΙΑΤΟΝΙΚΟΣ
Transliteration A: diatonikós Transliteration B: diatonikos Transliteration C: diatonikos Beta Code: diatoniko/s

English (LSJ)

ή, όν,

   A = διάτονος 11, εἶδος, γένος, Ph.1.321, Aristid. Quint.2.19; διάστημα Cleonid.Harm.5. Adv. -κῶς Nicom.Harm. 11.2.

German (Pape)

[Seite 607] ή, όν, diatonisch; γένος, in der Musik, Arist. Quint. u. a. Mus.

Spanish (DGE)

-ή, -όν
I 1mús. diatónico εἶδος Ph.1.321, γένος Ph.1.245, Dam.Isid.127, διάστημα Cleonid.Harm.5, cf. Ph.1.111, Anon.Bellerm.26.
2 arq. reforzado por perpiaños, opus diatonicum, Plin.HN 36.172, cf. διάτονος.
II adv. -ῶς diatónicamente (λύρα) δ. ... τεταγμένη Nicom.Harm.11.

Greek Monolingual

-ή, -ό (AM διατονικός, -ή, -όν) διάτονος
1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στο διατονικό ή στο διάτονο
2. μουσικός όρος που χαρακτηρίζει τις σχέσεις μεταξύ γειτονικών φυσικών φθόγγων στη μείζονα και ελάσσονα κλίμακα, αντίθετα από τη χρωματική κλίμακα
αρχ.
διάτονος.