ἐναπόληψις: Difference between revisions
ξένῳ δὲ σιγᾶν κρεῖττον ἢ κεκραγέναι → it's better for a stranger to keep silence than to shout (Menander)
(big3_14) |
(11) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{DGE | {{DGE | ||
|dgtxt=-εως, ἡ<br /><br /><b class="num">• Alolema(s):</b> -λημψις Dsc.2.151.2 (cj.), <i>Eup</i>.1.62, Diog.Oen.98.10<br /><b class="num">1</b> cien. [[interceptación]], [[captura]], [[retención]] de elementos o sustancias, Arist.<i>Mete</i>.370<sup>a</sup>1, <i>Spir</i>.482<sup>b</sup>31, διὰ τὴν ἐναπόληψιν ὑγρότητός τέ τινος καὶ πνεύματος Thphr.<i>CP</i> 2.9.3, cf. <i>Ign</i>.68, αἱ ἐναπολήψεις τῶν συστροφῶν τούτων ἐν τῇ τοῦ κόσμου γενέσει Epicur.<i>Ep</i>.[2] 77, de los cuerpos celestes, Plu.2.317a, πυρός Gal.17(2).187.<br /><b class="num">2</b> [[retención]], [[acumulación]] σεισμὸς γίνεται κατὰ πνευμάτων ἐναπόλημψιν ἐν τῇ γῇ Diog.Oen.l.c., cf. Plu.2.134c<br /><b class="num">•</b>medic. πρὸς δὲ τὰς τῶν ὑδάτων ἐναπολήμψεις para las retenciones de líquidos</i> patológicas, Dsc.<i>Eup</i>.l.c., cf. 2.151.2. | |dgtxt=-εως, ἡ<br /><br /><b class="num">• Alolema(s):</b> -λημψις Dsc.2.151.2 (cj.), <i>Eup</i>.1.62, Diog.Oen.98.10<br /><b class="num">1</b> cien. [[interceptación]], [[captura]], [[retención]] de elementos o sustancias, Arist.<i>Mete</i>.370<sup>a</sup>1, <i>Spir</i>.482<sup>b</sup>31, διὰ τὴν ἐναπόληψιν ὑγρότητός τέ τινος καὶ πνεύματος Thphr.<i>CP</i> 2.9.3, cf. <i>Ign</i>.68, αἱ ἐναπολήψεις τῶν συστροφῶν τούτων ἐν τῇ τοῦ κόσμου γενέσει Epicur.<i>Ep</i>.[2] 77, de los cuerpos celestes, Plu.2.317a, πυρός Gal.17(2).187.<br /><b class="num">2</b> [[retención]], [[acumulación]] σεισμὸς γίνεται κατὰ πνευμάτων ἐναπόλημψιν ἐν τῇ γῇ Diog.Oen.l.c., cf. Plu.2.134c<br /><b class="num">•</b>medic. πρὸς δὲ τὰς τῶν ὑδάτων ἐναπολήμψεις para las retenciones de líquidos</i> patológicas, Dsc.<i>Eup</i>.l.c., cf. 2.151.2. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[ἐναπόληψις]], η (AM)<br />η [[περίληψη]], το [[κλείσιμο]], το [[κράτημα]] κάποιου [[μέσα]] σε [[κάτι]]<br /><b>αρχ.</b><br />[[μπλέξιμο]] σε [[δίνη]], το να περιπλέκεται ή να παρασύρεται [[κάποιος]] σε [[κάτι]] («τὰς ἐναπολήψεις τῶν συστροφῶν ἐν τῇ τοῡ κόσμου γενέσει», Επίκτ.). | |||
}} | }} |
Revision as of 06:29, 29 September 2017
English (LSJ)
εως, ἡ,
A intercepting, catching, retention, Arist.Mete.370a1, Spir.482b31, Thphr.CP2.9.3, Dsc.Eup. 1.62. 2 being caught up, involved in, τὰς ἐ. τῶν συστροφῶν ἐν τῇ τοῦ κόσμου γενέσει Epicur.Ep. 1p.28U.
Greek (Liddell-Scott)
ἐναπόληψις: -εως, ἡ, περίκλεισις, κράτησις ἐντός, Ἀριστ. Μετεωρ. 2. 8, 15, π. Πνεύμ. 4, 5, Θεόφρ. π. Φυτ. Αἰτ. 2. 9, 3.
Spanish (DGE)
-εως, ἡ
• Alolema(s): -λημψις Dsc.2.151.2 (cj.), Eup.1.62, Diog.Oen.98.10
1 cien. interceptación, captura, retención de elementos o sustancias, Arist.Mete.370a1, Spir.482b31, διὰ τὴν ἐναπόληψιν ὑγρότητός τέ τινος καὶ πνεύματος Thphr.CP 2.9.3, cf. Ign.68, αἱ ἐναπολήψεις τῶν συστροφῶν τούτων ἐν τῇ τοῦ κόσμου γενέσει Epicur.Ep.[2] 77, de los cuerpos celestes, Plu.2.317a, πυρός Gal.17(2).187.
2 retención, acumulación σεισμὸς γίνεται κατὰ πνευμάτων ἐναπόλημψιν ἐν τῇ γῇ Diog.Oen.l.c., cf. Plu.2.134c
•medic. πρὸς δὲ τὰς τῶν ὑδάτων ἐναπολήμψεις para las retenciones de líquidos patológicas, Dsc.Eup.l.c., cf. 2.151.2.
Greek Monolingual
ἐναπόληψις, η (AM)
η περίληψη, το κλείσιμο, το κράτημα κάποιου μέσα σε κάτι
αρχ.
μπλέξιμο σε δίνη, το να περιπλέκεται ή να παρασύρεται κάποιος σε κάτι («τὰς ἐναπολήψεις τῶν συστροφῶν ἐν τῇ τοῡ κόσμου γενέσει», Επίκτ.).