ἴωξις: Difference between revisions

From LSJ

φοβοῦ τὸ γῆρας, οὐ γὰρ ἔρχεται μόνον → fear old age, for it never comes alone

Source
(b)
 
(18)
Line 1: Line 1:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1278.png Seite 1278]] ἡ, = [[δίωξις]], VLL. Vgl. [[ἰωκή]].
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1278.png Seite 1278]] ἡ, = [[δίωξις]], VLL. Vgl. [[ἰωκή]].
}}
{{grml
|mltxt=[[ἴωξις]], ἡ (Α)<br />[[ιωκή]], [[επίθεση]], [[καταδίωξη]] στη [[μάχη]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[παλίωξις]], με εσφαλμένο χωρισμό τών συστατικών της λέξης].
}}
}}

Revision as of 07:20, 29 September 2017

German (Pape)

[Seite 1278] ἡ, = δίωξις, VLL. Vgl. ἰωκή.

Greek Monolingual

ἴωξις, ἡ (Α)
ιωκή, επίθεση, καταδίωξη στη μάχη.
[ΕΤΥΜΟΛ. < παλίωξις, με εσφαλμένο χωρισμό τών συστατικών της λέξης].