μελιστής: Difference between revisions

From LSJ

γυναῖκα γὰρ δὴ συμπονεῖν γυναικὶ χρή → a woman ought to help a woman

Source
(6_19)
(24)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''μελιστής''': -οῦ, ὁ, = [[μελικτής]], Ἀνακρεόντ. 62. 31.
|lstext='''μελιστής''': -οῦ, ὁ, = [[μελικτής]], Ἀνακρεόντ. 62. 31.
}}
{{grml
|mltxt=[[μελιστής]], ὁ (Α) [[μελίζω]]<br />[[αοιδός]], [[τραγουδιστής]], [[μουσικός]].
}}
}}

Revision as of 07:37, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μελιστής Medium diacritics: μελιστής Low diacritics: μελιστής Capitals: ΜΕΛΙΣΤΗΣ
Transliteration A: melistḗs Transliteration B: melistēs Transliteration C: melistis Beta Code: melisth/s

English (LSJ)

οῦ, ὁ,

   A = μελικτής, Anacreont.59.8.

German (Pape)

[Seite 124] ὁ, = μελικτής, der Sänger, Anacr. 59, 31.

Greek (Liddell-Scott)

μελιστής: -οῦ, ὁ, = μελικτής, Ἀνακρεόντ. 62. 31.

Greek Monolingual

μελιστής, ὁ (Α) μελίζω
αοιδός, τραγουδιστής, μουσικός.