πυριστεφής: Difference between revisions

From LSJ

διὸ καὶ μεταλάττουσι τὴν φυσικὴν χρῆσιν εἰς τὴν παρὰ φύσιν αἱ δοκοῦσαι παρθένοι τῶν εἰδώλων → therefore those professing to be virgins of the idols even change the natural use into the unnatural (Origen, commentary on Romans 1:26)

Source
(6_8)
(35)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''πῠριστεφής''': -ές, ὁ πυρὶ ἐστεμμένος, Νόνν. Διον. 8. 289.
|lstext='''πῠριστεφής''': -ές, ὁ πυρὶ ἐστεμμένος, Νόνν. Διον. 8. 289.
}}
{{grml
|mltxt=-ές, Α<br />περικυκλωμένος από [[φωτιά]] («[[πυριστεφής]] [[εὐνή]]», <b>Νόνν.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>πυρι</i>- (<b>βλ. λ.</b> <i>πυρ</i>) <span style="color: red;">+</span> -<i>στέφης</i> (<span style="color: red;"><</span> [[στέφος]], <i>τὸ</i> <span style="color: red;"><</span> [[στέφω]]), <b>πρβλ.</b> [[κισσο]]-<i>στεφής</i>, <i>χρυσο</i>-<i>στεφής</i>].
}}
}}

Revision as of 12:25, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πῠριστεφής Medium diacritics: πυριστεφής Low diacritics: πυριστεφής Capitals: ΠΥΡΙΣΤΕΦΗΣ
Transliteration A: pyristephḗs Transliteration B: pyristephēs Transliteration C: pyristefis Beta Code: puristefh/s

English (LSJ)

ές,

   A fire-wreathed or crowned, Nonn.   D8.289.

German (Pape)

[Seite 823] ές, mit Feuer gekränzt, umgeben; εὐνή, Nonn. D. 8, 289; Procl. Hymn. in Solem.

Greek (Liddell-Scott)

πῠριστεφής: -ές, ὁ πυρὶ ἐστεμμένος, Νόνν. Διον. 8. 289.

Greek Monolingual

-ές, Α
περικυκλωμένος από φωτιάπυριστεφής εὐνή», Νόνν.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < πυρι- (βλ. λ. πυρ) + -στέφης (< στέφος, τὸ < στέφω), πρβλ. κισσο-στεφής, χρυσο-στεφής].