συγκρότηση: Difference between revisions
Ῥύου δὲ σαυτὸν παντὸς ἐκ φαύλου τρόπου → Ex omni more malefico tete eruas → Bewahre dich vor jeder üblen Lebensart
(39) |
(39) |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{grml | |||
|mltxt=η / [[συγκρότησις]], -ήσεως, ΝΜΑ [[συγκροτῶ]]<br />η [[ενέργεια]] και το [[αποτέλεσμα]] του [[συγκροτώ]], η [[συνένωση]] σε ένα αρμονικό [[σύνολο]], [[σύσταση]], [[σχηματισμός]] («επιβάλλεται η [[συγκρότηση]] εξεταστικής επιτροπής»)<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> <b>στον πληθ.</b> <i>οι συγκροτήσεις</i><br /><b>φυσ.</b> οι παλμοί που προκύπτουν από τον συνδυασμό δύο ταλαντώσεων ή κυμάτων με συχνότητες ελάχιστα διαφορετικές [[μεταξύ]] τους<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> α) «[[συγκρότηση]] συλλαλητηρίου [ή συνεδριάσεως ή συνέλευσης]» — [[σύνοδος]] προσώπων σε [[συλλαλητήριο]] [[[συνεδρίαση]] ή [[συνέλευση]]]<br />β) «[[συγκρότηση]] σε [[σώμα]]»<br />(για αιρετό όργανο) [[σύνοδος]] σε πρώτη [[συνεδρίαση]] και [[ανάδειξη]], βάσει τών νόμιμων διατάξεων και του κανονισμού ή του καταστατικού, της διοίκησης, [[καθώς]] και κατανομής αρμοδιοτήτων τών μελών της<br /><b>αρχ.</b><br />[[επιδοκιμασία]], [[έγκριση]] ή [[ενθάρρυνση]], [[υποστήριξη]]. | |||
}} | |||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=η / [[συγκρότησις]], -ήσεως, ΝΜΑ [[συγκροτῶ]]<br />η [[ενέργεια]] και το [[αποτέλεσμα]] του [[συγκροτώ]], η [[συνένωση]] σε ένα αρμονικό [[σύνολο]], [[σύσταση]], [[σχηματισμός]] («επιβάλλεται η [[συγκρότηση]] εξεταστικής επιτροπής»)<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> <b>στον πληθ.</b> <i>οι συγκροτήσεις</i><br /><b>φυσ.</b> οι παλμοί που προκύπτουν από τον συνδυασμό δύο ταλαντώσεων ή κυμάτων με συχνότητες ελάχιστα διαφορετικές [[μεταξύ]] τους<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> α) «[[συγκρότηση]] συλλαλητηρίου [ή συνεδριάσεως ή συνέλευσης]» — [[σύνοδος]] προσώπων σε [[συλλαλητήριο]] [[[συνεδρίαση]] ή [[συνέλευση]]]<br />β) «[[συγκρότηση]] σε [[σώμα]]»<br />(για αιρετό όργανο) [[σύνοδος]] σε πρώτη [[συνεδρίαση]] και [[ανάδειξη]], βάσει τών νόμιμων διατάξεων και του κανονισμού ή του καταστατικού, της διοίκησης, [[καθώς]] και κατανομής αρμοδιοτήτων τών μελών της<br /><b>αρχ.</b><br />[[επιδοκιμασία]], [[έγκριση]] ή [[ενθάρρυνση]], [[υποστήριξη]]. | |mltxt=η / [[συγκρότησις]], -ήσεως, ΝΜΑ [[συγκροτῶ]]<br />η [[ενέργεια]] και το [[αποτέλεσμα]] του [[συγκροτώ]], η [[συνένωση]] σε ένα αρμονικό [[σύνολο]], [[σύσταση]], [[σχηματισμός]] («επιβάλλεται η [[συγκρότηση]] εξεταστικής επιτροπής»)<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> <b>στον πληθ.</b> <i>οι συγκροτήσεις</i><br /><b>φυσ.</b> οι παλμοί που προκύπτουν από τον συνδυασμό δύο ταλαντώσεων ή κυμάτων με συχνότητες ελάχιστα διαφορετικές [[μεταξύ]] τους<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> α) «[[συγκρότηση]] συλλαλητηρίου [ή συνεδριάσεως ή συνέλευσης]» — [[σύνοδος]] προσώπων σε [[συλλαλητήριο]] [[[συνεδρίαση]] ή [[συνέλευση]]]<br />β) «[[συγκρότηση]] σε [[σώμα]]»<br />(για αιρετό όργανο) [[σύνοδος]] σε πρώτη [[συνεδρίαση]] και [[ανάδειξη]], βάσει τών νόμιμων διατάξεων και του κανονισμού ή του καταστατικού, της διοίκησης, [[καθώς]] και κατανομής αρμοδιοτήτων τών μελών της<br /><b>αρχ.</b><br />[[επιδοκιμασία]], [[έγκριση]] ή [[ενθάρρυνση]], [[υποστήριξη]]. | ||
}} | }} |
Revision as of 12:35, 29 September 2017
Greek Monolingual
η / συγκρότησις, -ήσεως, ΝΜΑ συγκροτῶ
η ενέργεια και το αποτέλεσμα του συγκροτώ, η συνένωση σε ένα αρμονικό σύνολο, σύσταση, σχηματισμός («επιβάλλεται η συγκρότηση εξεταστικής επιτροπής»)
νεοελλ.
1. στον πληθ. οι συγκροτήσεις
φυσ. οι παλμοί που προκύπτουν από τον συνδυασμό δύο ταλαντώσεων ή κυμάτων με συχνότητες ελάχιστα διαφορετικές μεταξύ τους
2. φρ. α) «συγκρότηση συλλαλητηρίου [ή συνεδριάσεως ή συνέλευσης]» — σύνοδος προσώπων σε συλλαλητήριο [[[συνεδρίαση]] ή συνέλευση]
β) «συγκρότηση σε σώμα»
(για αιρετό όργανο) σύνοδος σε πρώτη συνεδρίαση και ανάδειξη, βάσει τών νόμιμων διατάξεων και του κανονισμού ή του καταστατικού, της διοίκησης, καθώς και κατανομής αρμοδιοτήτων τών μελών της
αρχ.
επιδοκιμασία, έγκριση ή ενθάρρυνση, υποστήριξη.
Greek Monolingual
η / συγκρότησις, -ήσεως, ΝΜΑ συγκροτῶ
η ενέργεια και το αποτέλεσμα του συγκροτώ, η συνένωση σε ένα αρμονικό σύνολο, σύσταση, σχηματισμός («επιβάλλεται η συγκρότηση εξεταστικής επιτροπής»)
νεοελλ.
1. στον πληθ. οι συγκροτήσεις
φυσ. οι παλμοί που προκύπτουν από τον συνδυασμό δύο ταλαντώσεων ή κυμάτων με συχνότητες ελάχιστα διαφορετικές μεταξύ τους
2. φρ. α) «συγκρότηση συλλαλητηρίου [ή συνεδριάσεως ή συνέλευσης]» — σύνοδος προσώπων σε συλλαλητήριο [[[συνεδρίαση]] ή συνέλευση]
β) «συγκρότηση σε σώμα»
(για αιρετό όργανο) σύνοδος σε πρώτη συνεδρίαση και ανάδειξη, βάσει τών νόμιμων διατάξεων και του κανονισμού ή του καταστατικού, της διοίκησης, καθώς και κατανομής αρμοδιοτήτων τών μελών της
αρχ.
επιδοκιμασία, έγκριση ή ενθάρρυνση, υποστήριξη.