συγκαταβιβάζω: Difference between revisions
From LSJ
Θέλων καλῶς ζῆν μὴ τὰ τῶν φαύλων φρόνει → Victurus bene, ne mentem pravorum geras → Wenn gut du leben willst, zeig nicht der Schlechten Sinn
(39) |
(39) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''συγκαταβῐβάζω''': παραπλανῶ, προσελκύω καὶ ἄγω μετ’ [[ἐμαυτοῦ]], Πολύβ. 5. 70, 8. | |lstext='''συγκαταβῐβάζω''': παραπλανῶ, προσελκύω καὶ ἄγω μετ’ [[ἐμαυτοῦ]], Πολύβ. 5. 70, 8. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=Α<br /><b>1.</b> [[παρασύρω]], [[παραπλανώ]]<br /><b>2.</b> <b>γραμμ.</b> [[μεταφέρω]] τον τόνο στην τελευταία [[συλλαβή]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>συν</i>- <span style="color: red;">+</span> [[καταβιβάζω]] «[[κατεβάζω]], [[μεταφέρω]] τον τόνο από την [[προπαραλήγουσα]] στην παραλήγουσα ή στη [[λήγουσα]]»]. | |||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=Α<br /><b>1.</b> [[παρασύρω]], [[παραπλανώ]]<br /><b>2.</b> <b>γραμμ.</b> [[μεταφέρω]] τον τόνο στην τελευταία [[συλλαβή]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>συν</i>- <span style="color: red;">+</span> [[καταβιβάζω]] «[[κατεβάζω]], [[μεταφέρω]] τον τόνο από την [[προπαραλήγουσα]] στην παραλήγουσα ή στη [[λήγουσα]]»]. | |mltxt=Α<br /><b>1.</b> [[παρασύρω]], [[παραπλανώ]]<br /><b>2.</b> <b>γραμμ.</b> [[μεταφέρω]] τον τόνο στην τελευταία [[συλλαβή]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>συν</i>- <span style="color: red;">+</span> [[καταβιβάζω]] «[[κατεβάζω]], [[μεταφέρω]] τον τόνο από την [[προπαραλήγουσα]] στην παραλήγουσα ή στη [[λήγουσα]]»]. | ||
}} | }} |
Revision as of 12:36, 29 September 2017
English (LSJ)
A decoy or draw into action, Plb.5.70.8. II transfer accent to final syllable, A.D.Adv.173.11.
German (Pape)
[Seite 964] mit herabführen, Pol. 5, 70, 8.
Greek (Liddell-Scott)
συγκαταβῐβάζω: παραπλανῶ, προσελκύω καὶ ἄγω μετ’ ἐμαυτοῦ, Πολύβ. 5. 70, 8.
Greek Monolingual
Α
1. παρασύρω, παραπλανώ
2. γραμμ. μεταφέρω τον τόνο στην τελευταία συλλαβή.
[ΕΤΥΜΟΛ. < συν- + καταβιβάζω «κατεβάζω, μεταφέρω τον τόνο από την προπαραλήγουσα στην παραλήγουσα ή στη λήγουσα»].
Greek Monolingual
Α
1. παρασύρω, παραπλανώ
2. γραμμ. μεταφέρω τον τόνο στην τελευταία συλλαβή.
[ΕΤΥΜΟΛ. < συν- + καταβιβάζω «κατεβάζω, μεταφέρω τον τόνο από την προπαραλήγουσα στην παραλήγουσα ή στη λήγουσα»].