φρήταρχος: Difference between revisions

From LSJ

τοῖς πράγμασιν γὰρ οὐχὶ θυμοῦσθαι χρεών· μέλει γὰρ αὐτοῖς οὐδέν· ἀλλ' οὑντυγχάνων τὰ πράγματ' ὀρθῶς ἂν τιθῇ, πράξει καλῶς → It does no good to rage at circumstance; events will take their course with no regard for us. But he who makes the best of those events he lights upon will not fare ill.

Source
(6_14)
(45)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''φρήταρχος''': ὁ, = [[φρατρίαρχος]], Συλλ. Ἐπιγρ. 5785, [[ἔνθα]] καὶ φρητρία καὶ φητρία κεῖνται ἀντὶ φρατρία.
|lstext='''φρήταρχος''': ὁ, = [[φρατρίαρχος]], Συλλ. Ἐπιγρ. 5785, [[ἔνθα]] καὶ φρητρία καὶ φητρία κεῖνται ἀντὶ φρατρία.
}}
{{grml
|mltxt=ὁ, Α<br /><b>βλ.</b> [[φρατρίαρχος]].
}}
}}

Revision as of 12:49, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: φρήταρχος Medium diacritics: φρήταρχος Low diacritics: φρήταρχος Capitals: ΦΡΗΤΑΡΧΟΣ
Transliteration A: phrḗtarchos Transliteration B: phrētarchos Transliteration C: fritarchos Beta Code: frh/tarxos

English (LSJ)

ὁ,

   A = φρατρίαρχος, ib. 759 (ibid.).

German (Pape)

[Seite 1306] ὁ, zw. L. statt φρήτραρχος.

Greek (Liddell-Scott)

φρήταρχος: ὁ, = φρατρίαρχος, Συλλ. Ἐπιγρ. 5785, ἔνθα καὶ φρητρία καὶ φητρία κεῖνται ἀντὶ φρατρία.

Greek Monolingual

ὁ, Α
βλ. φρατρίαρχος.