νημέρτεια: Difference between revisions

From LSJ

Ἤθους δικαίου φαῦλος οὐ ψαύει λόγος → Vox prava non pertingit ad mores bonos → Verkommne Rede rührt nicht an gerechte Art

Menander, Monostichoi, 214
(27)
(5)
Line 15: Line 15:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[νημέρτεια]] και δωρ. τ. [[ναμέρτεια]], ἡ (Α) [[νημερτής]]<br />[[αλήθεια]], [[βεβαιότητα]], [[επαλήθευση]].
|mltxt=[[νημέρτεια]] και δωρ. τ. [[ναμέρτεια]], ἡ (Α) [[νημερτής]]<br />[[αλήθεια]], [[βεβαιότητα]], [[επαλήθευση]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''νημέρτεια:''' ἡ, [[βεβαιότητα]], [[αλήθεια]]· Δωρ. νᾱμέρτεια, σε Σοφ.
}}
}}

Revision as of 21:16, 30 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: νημέρτεια Medium diacritics: νημέρτεια Low diacritics: νημέρτεια Capitals: ΝΗΜΕΡΤΕΙΑ
Transliteration A: nēmérteia Transliteration B: nēmerteia Transliteration C: nimerteia Beta Code: nhme/rteia

English (LSJ)

ἡ,

   A truth; Dor. νᾱμέρτεια, used by S.Tr.173 in trim.

Greek (Liddell-Scott)

νημέρτεια: ἡ, βεβαιότης, ἀλήθεια, Δωρ. νᾱμέρτεια, ἐν χρήσει ὡσαύτως παρὰ Σοφ. ἐν Τρ. 173 ἐν τριμέτρῳ, πρβλ. νημερτής.

Greek Monolingual

νημέρτεια και δωρ. τ. ναμέρτεια, ἡ (Α) νημερτής
αλήθεια, βεβαιότητα, επαλήθευση.

Greek Monotonic

νημέρτεια: ἡ, βεβαιότητα, αλήθεια· Δωρ. νᾱμέρτεια, σε Σοφ.