ἐχθεσινός: Difference between revisions

From LSJ

ἢν μή τις ὥσπερ σφηκιὰν βλίττῃ με κἀρεθίζῃ → may no one squeeze me and tease me like a wasp | may no one smoke me and tease me like a wasp | but if anyone annoys me and rifles my nest, they'll find a wasp inside | still if you wake a wasps' nest then of wasps you must beware

Source
(4)
(2b)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἐχθεσῐνός:''' -ή, -όν, = [[χθεσινός]], [[χθεσινός]], σε Ανθ.
|lsmtext='''ἐχθεσῐνός:''' -ή, -όν, = [[χθεσινός]], [[χθεσινός]], σε Ανθ.
}}
{{elru
|elrutext='''ἐχθεσῐνός:''' вчерашний ([[διαγωγή]] Anth.).
}}
}}

Revision as of 07:12, 31 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐχθεσῐνός Medium diacritics: ἐχθεσινός Low diacritics: εχθεσινός Capitals: ΕΧΘΕΣΙΝΟΣ
Transliteration A: echthesinós Transliteration B: echthesinos Transliteration C: echthesinos Beta Code: e)xqesino/s

English (LSJ)

ή, όν,

   A = χθεσινός, yesterday's, διαγωγή AP10.79 (Pall.), cf. Dosith.p.397 K.

German (Pape)

[Seite 1124] = χθεσινός, gestrig, Pallad. 128 (X, 79).

Greek (Liddell-Scott)

ἐχθεσῐνός: ή, όν,= χθεσινός, Ἀνθ. Π. 10. 79.

French (Bailly abrégé)

ή, όν :
d’hier, de la veille.
Étymologie: ἐχθές.

Greek Monolingual

-ή, -ό και χθεσινός, -ή, -ό (Α ἐχθεσινός, -ή, -όν και χθεσινός, -ή, -όν) εχθές
αυτός που αναφέρεται στην προηγούμενη από τη σημερινή ημέρα, στο παρελθόν («ἀλλοτριωθέντες τῆς ἐχθεσινῆς διαγωγῆς», Ανθ. Παλ.).

Greek Monotonic

ἐχθεσῐνός: -ή, -όν, = χθεσινός, χθεσινός, σε Ανθ.

Russian (Dvoretsky)

ἐχθεσῐνός: вчерашний (διαγωγή Anth.).