αἴσακος: Difference between revisions

From LSJ

Ἀναξαγόρας δύο ἔλεγε διδασκαλίας εἶναι θανάτου, τόν τε πρὸ τοῦ γενέσθαι χρόνον καὶ τὸν ὕπνονAnaxagoras used to say that we have two teachers for death: the time before we were born and sleep | Anaxagoras said that there are two rehearsals for death: the time before being born and sleep

Source
(6_14)
(1)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''αἴσακος''': ὁ, [[κλάδος]] μύρτου ἢ δάφνης μεταδιδόμενος ἀπὸ τοῦ ἑνὸς εἰς τὸ ἕτερον ἐν καιρῷ δείπνου, ὡς [[πρόκλησις]] εἰς ᾠδήν, Πλούτ. 2. 615Β· «[[αἴσακος]], ὁ τῆς δάφνης [[κλάδος]], ὃν κατέχοντες ὕμνουν τοὺς θεούς», Ἡσύχ.
|lstext='''αἴσακος''': ὁ, [[κλάδος]] μύρτου ἢ δάφνης μεταδιδόμενος ἀπὸ τοῦ ἑνὸς εἰς τὸ ἕτερον ἐν καιρῷ δείπνου, ὡς [[πρόκλησις]] εἰς ᾠδήν, Πλούτ. 2. 615Β· «[[αἴσακος]], ὁ τῆς δάφνης [[κλάδος]], ὃν κατέχοντες ὕμνουν τοὺς θεούς», Ἡσύχ.
}}
{{elru
|elrutext='''αἴσακος:''' ὁ миртовая или лавровая ветвь (ее держали в руке во время религиозных песнопений) Plut.
}}
}}

Revision as of 15:40, 31 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: αἴσακος Medium diacritics: αἴσακος Low diacritics: αίσακος Capitals: ΑΙΣΑΚΟΣ
Transliteration A: aísakos Transliteration B: aisakos Transliteration C: aisakos Beta Code: ai)/sakos

English (LSJ)

ὁ,

   A branch of myrtle or laurel, handed by one to another at table as a challenge to sing, Plu.2.615b, Hsch.    II = ἐριθακός, EM38.49.

Greek (Liddell-Scott)

αἴσακος: ὁ, κλάδος μύρτου ἢ δάφνης μεταδιδόμενος ἀπὸ τοῦ ἑνὸς εἰς τὸ ἕτερον ἐν καιρῷ δείπνου, ὡς πρόκλησις εἰς ᾠδήν, Πλούτ. 2. 615Β· «αἴσακος, ὁ τῆς δάφνης κλάδος, ὃν κατέχοντες ὕμνουν τοὺς θεούς», Ἡσύχ.

Russian (Dvoretsky)

αἴσακος: ὁ миртовая или лавровая ветвь (ее держали в руке во время религиозных песнопений) Plut.