προσθροέω: Difference between revisions
From LSJ
τὸ μὴ γενέσθαι κρεῖσσον ἢ φῦναι βροτοῖς → not existing is better for mortals than being born, not to be born is better than life for mortals
(6) |
(4) |
||
Line 21: | Line 21: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''προσθροέω:''' μέλ. <i>-ήσω</i>, απευθύνομαι, [[προσφωνώ]], [[αποκαλώ]] με το όνομα, [[μιλώ]] σε κάποιον, <i>τινά</i>, σε Αισχύλ. | |lsmtext='''προσθροέω:''' μέλ. <i>-ήσω</i>, απευθύνομαι, [[προσφωνώ]], [[αποκαλώ]] με το όνομα, [[μιλώ]] σε κάποιον, <i>τινά</i>, σε Αισχύλ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''προσθροέω:''' обращаться с речью (τινα Aesch.). | |||
}} | }} |
Revision as of 03:00, 1 January 2019
English (LSJ)
A address, call by name, τινα A.Pr.595 (lyr.).
German (Pape)
[Seite 766] anreden, τινά, Aesch. Prom. 598.
Greek (Liddell-Scott)
προσθροέω: προσφθέγγομαι, προσαγορεύω, τινα Αἰσχύλ. Πρ. 595.
French (Bailly abrégé)
-ῶ :
adresser la parole à, acc..
Étymologie: πρός, θροέω.
Greek Monotonic
προσθροέω: μέλ. -ήσω, απευθύνομαι, προσφωνώ, αποκαλώ με το όνομα, μιλώ σε κάποιον, τινά, σε Αισχύλ.
Russian (Dvoretsky)
προσθροέω: обращаться с речью (τινα Aesch.).