Μαιῶται: Difference between revisions
κρείσσων ἐναρχόμενος βοηθῶν καρδίᾳ τοῦ ἐπαγγελλομένου καὶ εἰς ἐλπίδα ἄγοντος· δένδρον γὰρ ζωῆς ἐπιθυμία ἀγαθή (Proverbs 13.12 LXX) → One who sincerely sets about helping is better than one who makes promises leading to hope; for a kindly urge is a tree of life.
(3) |
(1ba) |
||
Line 10: | Line 10: | ||
{{elru | {{elru | ||
|elrutext='''Μαιῶται:''' ион. Μαιῆται, ῶν οἱ мэеты (племя, жившее в бассейне рек, впадающих в [[Μαιῶτις]] [[λίμνη]], ныне Азовское море) Xen. etc. | |elrutext='''Μαιῶται:''' ион. Μαιῆται, ῶν οἱ мэеты (племя, жившее в бассейне рек, впадающих в [[Μαιῶτις]] [[λίμνη]], ныне Азовское море) Xen. etc. | ||
}} | |||
{{mdlsj | |||
|mdlsjtxt=[[Μαιῶται]], ιονιξ Μαιῆται, ῶν, οἱ,<br /><b class="num">I.</b> the Maeotians, a Scythian [[tribe]] to the North of the Black Sea, Hdt., Xen.<br /><b class="num">II.</b> as adj. | |||
}} | }} |
Revision as of 14:30, 9 January 2019
Greek (Liddell-Scott)
Μαιῶται: Ἰων. Μαιῆται, οἱ, φυλὴ Σκυθικὴ πρὸς βορρᾶν τοῦ Εὐξείνου Πόντου κατοικοῦσα, Ἡρόδ. 4. 123, Ξεν. Ἀπομνημ. 2. 1, 10. ΙΙ. ὡς ἐπίθ., Μαιώτης, ου, ἀνήκων εἰς τὴν Σκυθικὴν χώραν τῶν Μαιωτῶν, ποταμὸς Μ., ὁ Τάναϊς, Ἡρόδ. 4. 45· - θηλ., Μαιῶτις λίμνη, Palus Maeotis, ἡ Ἀζοφικὴ θάλασσα, Αἰσχύλ. Πρ. 419, κτλ.· ἡ λίμνη ἡ Μαιῆτις (Ἰων.) Ἡρόδ. 1. 104, κτλ.· - μαιώτης ἰχθὺς ἐν αὐτῇ ἁλιευόμενος, Ἄρχιππ. ἐν «Ἰχθύσι» 10, Αἰλ. π. Ζ. 10. 9. 2) Μαιωτικός, ή, όν, αὐλὼν Μ., ὅ ἔστι, ὁ Κιμμέριος Βόσπορος, Αἰσχύλ. Πρ. 731.
French (Bailly abrégé)
ῶν (οἱ) :
les Mæotes, peuple voisin du Palus-Méotide.
Greek Monotonic
Μαιῶται: Ιων. Μαιῆται, οἱ,
I. Μαιώτες, σκυθικό φύλο στα βόρεια της Μαύρης Θάλασσας, σε Ηρόδ., Ξεν.
II. 1. ως επίθ. Μαιώτης, -ου, Μαιωτικός, ποταμὸς Μαιώτης, σε Ηρόδ.· Μαιῶτις λίμνη, η (ελώδης) λίμνη Μαιώτις, η Αζοφική Θάλασσα, σε Αισχύλ., κ.λπ.· ἡ λίμνη ἡ Μαιῆτις (Ιων.), σε Ηρόδ. 2.Μαιωτικός, -ή, -όν, αὐλὼν Μαιωτικός, δηλ. ο Κιμμέριος Βόσπορος, σε Αισχύλ.
Russian (Dvoretsky)
Μαιῶται: ион. Μαιῆται, ῶν οἱ мэеты (племя, жившее в бассейне рек, впадающих в Μαιῶτις λίμνη, ныне Азовское море) Xen. etc.
Middle Liddell
Μαιῶται, ιονιξ Μαιῆται, ῶν, οἱ,
I. the Maeotians, a Scythian tribe to the North of the Black Sea, Hdt., Xen.
II. as adj.