ἀνδραγάθημα: Difference between revisions

From LSJ

Φίλος με βλάπτων (λυπῶν) οὐδὲν ἐχθροῦ διαφέρει → Laedens amicus distat inimico nihil → Ein Freund, der schadet, ist ganz gelich mir einem Feind

Menander, Monostichoi, 530
(1)
(1a)
Line 30: Line 30:
{{elru
{{elru
|elrutext='''ἀνδρᾰγάθημα:''' ατος τό мужественный и благородный поступок, доблестное дело, подвиг Plut.
|elrutext='''ἀνδρᾰγάθημα:''' ατος τό мужественный и благородный поступок, доблестное дело, подвиг Plut.
}}
{{mdlsj
|mdlsjtxt=[[ἀνήρ]], [[ἀγαθός]]<br />a [[brave]] [[deed]], Plut.
}}
}}

Revision as of 15:55, 9 January 2019

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀνδραγάθημα Medium diacritics: ἀνδραγάθημα Low diacritics: ανδραγάθημα Capitals: ΑΝΔΡΑΓΑΘΗΜΑ
Transliteration A: andragáthēma Transliteration B: andragathēma Transliteration C: andragathima Beta Code: a)ndraga/qhma

English (LSJ)

ατος, τό,

   A brave, manly deed, Str.1.2.8, Plu.Sert.10,IG14.951,Jul.Caes.329c, etc.

German (Pape)

[Seite 216] τό, tapfere That, Plut. Sert. 10 u. Sp. Nach Phrynich. att. für κατόρθωμα.

Greek (Liddell-Scott)

ἀνδρᾰγάθημα: -ατος, τό, γενναία πρᾶξις, Πλουτ. Σερτ. 10, Συλλ. Ἐπιγρ. 5879. 9. - Ἴδε Φρύν. ἐν λέξει κατόρθωμα.

French (Bailly abrégé)

ατος (τό) :
belle action.
Étymologie: ἀνδραγαθέω.

Spanish (DGE)

-ματος, τό
I 1hazaña Str.1.2.8, Plu.Sert.10, Polyaen.1.18, IUrb.Rom.1.8, Iul.Caes.329c, PHaun.6.34 (II d.C.).
2 buena acción οὔτε θαρρεῖν ἀναγκαῖον ἐπὶ τῷ πλήθει τῶν ἀνδραγαθημάτων οὔτ' ἀπογινώσκειν ἐπὶ τοῖς ἐπταισμένοις Nil.M.79.168A.
II virtud διὰ τοῦτο καὶ ἄνθρωπος γέγονε Χριστός, ἐξ ἀ. τούτου τυχών Origenes Princ.2.6.4, Παμβὼ εἶχε μὲν ἀνδραγαθήματα ... πλεῖστα Pall.H.Laus.10.1.

Greek Monolingual

το (Α ἀνδραγάθημα)
η γενναία πράξη, το κατόρθωμα.

Greek Monotonic

ἀνδρᾰγάθημα: -ατος, τό, γενναίο κατόρθωμα, σε Πλούτ.

Russian (Dvoretsky)

ἀνδρᾰγάθημα: ατος τό мужественный и благородный поступок, доблестное дело, подвиг Plut.

Middle Liddell

ἀνήρ, ἀγαθός
a brave deed, Plut.