είσειμι: Difference between revisions

From LSJ

Μὴ σπεῦδε πλουτεῖν, μὴ ταχὺς πένης γένῃ → Ditescere properans, inops fies cito → Vermeide schnellen Reichtum, sonst verarmst du schnell

Menander, Monostichoi, 358
(10)
 
m (Text replacement - "τοῡ" to "τοῦ")
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[εἴσειμι]] (Α)<br /><b>1.</b> [[εισέρχομαι]], [[παρουσιάζομαι]] [[μπροστά]] σε κάποιον («οὐκ Ἀχιλῆος ὀφθαλμοὺς [[εἴσειμι]]»)<br /><b>2.</b> (για χορό ή υποκριτές) [[παρουσιάζομαι]] στη [[σκηνή]]<br /><b>3.</b> (για δημόσιους αγορητές ή δικαστές) εμφανίζομαι στο δικαστήριο, στην [[εκκλησία]] του δήμου<br /><b>4.</b> (για διάδικους ή [[δίκη]]) [[παρουσιάζω]] [[υπόθεση]] στο δικαστήριο<br /><b>5.</b> [[αναλαμβάνω]] [[αρχή]] ή [[αξίωμα]]<br /><b>6.</b> [[έρχομαι]] στο [[μυαλό]] («ταῡτα λέγοντος τοῡ παιδὸς τὸν Ἀστυάγεα ἐσήιε [[ἀνάγνωσις]] αὐτοῡ» — τον αναγνώρισε ο Αστυάγης).
|mltxt=[[εἴσειμι]] (Α)<br /><b>1.</b> [[εισέρχομαι]], [[παρουσιάζομαι]] [[μπροστά]] σε κάποιον («οὐκ Ἀχιλῆος ὀφθαλμοὺς [[εἴσειμι]]»)<br /><b>2.</b> (για χορό ή υποκριτές) [[παρουσιάζομαι]] στη [[σκηνή]]<br /><b>3.</b> (για δημόσιους αγορητές ή δικαστές) εμφανίζομαι στο δικαστήριο, στην [[εκκλησία]] του δήμου<br /><b>4.</b> (για διάδικους ή [[δίκη]]) [[παρουσιάζω]] [[υπόθεση]] στο δικαστήριο<br /><b>5.</b> [[αναλαμβάνω]] [[αρχή]] ή [[αξίωμα]]<br /><b>6.</b> [[έρχομαι]] στο [[μυαλό]] («ταῡτα λέγοντος τοῦ παιδὸς τὸν Ἀστυάγεα ἐσήιε [[ἀνάγνωσις]] αὐτοῦ» — τον αναγνώρισε ο Αστυάγης).
}}
}}

Revision as of 12:25, 15 February 2019

Greek Monolingual

εἴσειμι (Α)
1. εισέρχομαι, παρουσιάζομαι μπροστά σε κάποιον («οὐκ Ἀχιλῆος ὀφθαλμοὺς εἴσειμι»)
2. (για χορό ή υποκριτές) παρουσιάζομαι στη σκηνή
3. (για δημόσιους αγορητές ή δικαστές) εμφανίζομαι στο δικαστήριο, στην εκκλησία του δήμου
4. (για διάδικους ή δίκη) παρουσιάζω υπόθεση στο δικαστήριο
5. αναλαμβάνω αρχή ή αξίωμα
6. έρχομαι στο μυαλό («ταῡτα λέγοντος τοῦ παιδὸς τὸν Ἀστυάγεα ἐσήιε ἀνάγνωσις αὐτοῦ» — τον αναγνώρισε ο Αστυάγης).