непонятный: Difference between revisions
From LSJ
Ἐπηγγείλατο εἰς ἐπανόρθωσιν τῆς πόλεως διὰ τὸ εἶναι ευσεβεστάτη καὶ κηδεμονικὴ. → She pledged herself to the reconstruction of the city because of her being most pious and dutiful.
(4) |
(ru-m-18-oct) |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{ruel | {{ruel | ||
|rueltext=[[ἀμήχανος]] | |rueltext=[[ἀμήχανος]] ;; [[ἀμάχανος]] ;; [[ἄλογος]] ;; [[βάρβαρος]] ;; [[καπνίας]] ;; [[ἄσημος]] ;; [[ἀκατάληπτος]] ;; [[ἄγνωστος]] ;; [[ἄγνωτος]] ;; [[ἀτέκμαρτος]] ;; [[ἄσκοπος]] ;; [[ἀνεπινόητος]] ;; [[ἀκατανόητος]] ;; [[ἀπερινόητος]] ;; [[ἀδιανόητος]] ;; [[ψελλός]] ;; [[δυστέκμαρτος]] ;; [[δυσξύνετος]] ;; [[δυσσύνετος]] ;; [[κωφός]] ;; [[ἀσύνετος]] ;; [[θαυμάσιος]] ;; [[θαυμαστός]] | ||
}} | }} |
Revision as of 17:44, 18 October 2019
Russian > Greek
ἀμήχανος ;; ἀμάχανος ;; ἄλογος ;; βάρβαρος ;; καπνίας ;; ἄσημος ;; ἀκατάληπτος ;; ἄγνωστος ;; ἄγνωτος ;; ἀτέκμαρτος ;; ἄσκοπος ;; ἀνεπινόητος ;; ἀκατανόητος ;; ἀπερινόητος ;; ἀδιανόητος ;; ψελλός ;; δυστέκμαρτος ;; δυσξύνετος ;; δυσσύνετος ;; κωφός ;; ἀσύνετος ;; θαυμάσιος ;; θαυμαστός