παντᾷ: Difference between revisions

From LSJ

αὐτόχειρες οὔτε τῶν ἀγαθῶν οὔτε τῶν κακῶν γίγνονται τῶν συμβαινόντων αὐτοῖς → for not with their own hands do they deal out the blessings and curses that befall us

Source
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")
m (Text replacement - "<br \/>   <b>1<\/b> (?s)(?!.*<br \/><b>)(?!.* <b>)" to "")
Line 17: Line 17:
}}
}}
{{Slater
{{Slater
|sltr=<b>παντᾱ</b> <br />&nbsp;&nbsp;&nbsp;<b>1</b> [[everywhere]] πρόφαντον σοφίᾳ καθ' Ἕλλανας ἐόντα [[παντᾷ]] (O. 1.116) [[παντᾷ]] ἀγγελίαν πέμψω ταύταν (O. 9.24) ἐχθρὰ Φάλαριν κατέχει [[παντᾷ]] [[φάτις]] (P. 1.96) Ἰξίονα ἐν πτερόεντι τροχῷ [[παντᾷ]] κυλινδόμενον (P. 2.23) [[ὤρνυεν]] κάρυκας ἐόντα πλόον [[φαινέμεν]] [[παντᾷ]] (P. 4.171) [[παντᾷ]] δὲ χοροὶ παρθένων λυρᾶν τε βοαὶ καναχαί τ' αὐλῶν δονέονται (P. 10.38) ἔστι μοι [[θεῶν]] [[ἕκατι]] μυρία [[παντᾷ]] [[κέλευθος]] (I. 4.1)
|sltr=<b>παντᾱ</b> [[everywhere]] πρόφαντον σοφίᾳ καθ' Ἕλλανας ἐόντα [[παντᾷ]] (O. 1.116) [[παντᾷ]] ἀγγελίαν πέμψω ταύταν (O. 9.24) ἐχθρὰ Φάλαριν κατέχει [[παντᾷ]] [[φάτις]] (P. 1.96) Ἰξίονα ἐν πτερόεντι τροχῷ [[παντᾷ]] κυλινδόμενον (P. 2.23) [[ὤρνυεν]] κάρυκας ἐόντα πλόον [[φαινέμεν]] [[παντᾷ]] (P. 4.171) [[παντᾷ]] δὲ χοροὶ παρθένων λυρᾶν τε βοαὶ καναχαί τ' αὐλῶν δονέονται (P. 10.38) ἔστι μοι [[θεῶν]] [[ἕκατι]] μυρία [[παντᾷ]] [[κέλευθος]] (I. 4.1)
}}
}}
{{lsm
{{lsm

Revision as of 11:35, 3 September 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: παντᾷ Medium diacritics: παντᾷ Low diacritics: παντά Capitals: ΠΑΝΤΑ
Transliteration A: pantā̂i Transliteration B: panta Transliteration C: panta Beta Code: panta=|

English (LSJ)

v. πάντῃ.

Greek (Liddell-Scott)

παντᾷ: Δωρ. ἀντὶ τοῦ πάντῃ.

French (Bailly abrégé)

adv.
dor. c. πάντῃ;
1 partout, de tous côtés, sur tous les points;
2 entièrement, complètement.
Étymologie: πᾶς.

English (Slater)

παντᾱ everywhere πρόφαντον σοφίᾳ καθ' Ἕλλανας ἐόντα παντᾷ (O. 1.116) παντᾷ ἀγγελίαν πέμψω ταύταν (O. 9.24) ἐχθρὰ Φάλαριν κατέχει παντᾷ φάτις (P. 1.96) Ἰξίονα ἐν πτερόεντι τροχῷ παντᾷ κυλινδόμενον (P. 2.23) ὤρνυεν κάρυκας ἐόντα πλόον φαινέμεν παντᾷ (P. 4.171) παντᾷ δὲ χοροὶ παρθένων λυρᾶν τε βοαὶ καναχαί τ' αὐλῶν δονέονται (P. 10.38) ἔστι μοι θεῶν ἕκατι μυρία παντᾷ κέλευθος (I. 4.1)

Greek Monotonic

παντᾷ: Δωρ. αντί πάντῃ.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

παντᾷ, Dor. voor πάντῃ.