παντᾷ

From LSJ

Καλὸν δὲ καὶ γέροντι μανθάνειν σοφά → Addiscere aliquid digna res etiam seni → Auch einem Greis ist etwas Weises lernen Zier

Menander, Monostichoi, 297
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: παντᾷ Medium diacritics: παντᾷ Low diacritics: παντά Capitals: ΠΑΝΤΑ
Transliteration A: pantā̂i Transliteration B: panta Transliteration C: panta Beta Code: panta=|

English (LSJ)

v. πάντῃ.

French (Bailly abrégé)

adv.
dor. c. πάντῃ;
1 partout, de tous côtés, sur tous les points;
2 entièrement, complètement.
Étymologie: πᾶς.

Greek (Liddell-Scott)

παντᾷ: Δωρ. ἀντὶ τοῦ πάντῃ.

English (Slater)

παντᾱ everywhere πρόφαντον σοφίᾳ καθ' Ἕλλανας ἐόντα παντᾷ (O. 1.116) παντᾷ ἀγγελίαν πέμψω ταύταν (O. 9.24) ἐχθρὰ Φάλαριν κατέχει παντᾷ φάτις (P. 1.96) Ἰξίονα ἐν πτερόεντι τροχῷ παντᾷ κυλινδόμενον (P. 2.23) ὤρνυεν κάρυκας ἐόντα πλόον φαινέμεν παντᾷ (P. 4.171) παντᾷ δὲ χοροὶ παρθένων λυρᾶν τε βοαὶ καναχαί τ' αὐλῶν δονέονται (P. 10.38) ἔστι μοι θεῶν ἕκατι μυρία παντᾷ κέλευθος (I. 4.1)

Greek Monotonic

παντᾷ: Δωρ. αντί πάντῃ.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

παντᾷ, Dor. voor πάντῃ.