τέο: Difference between revisions
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP) v\. ([\p{Greek}\s]+) " to " v. $1 ") |
m (Text replacement - ".[[" to ". [[") |
||
Line 26: | Line 26: | ||
}} | }} | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''τέο:'''<b class="num">I.</b> Ιων. και Δωρ. γεν. της ερωτημ. αντων. τίς, σε Ομήρ. Ιλ. <b>II.[[τέο]]</b>, Ιων. και Δωρ. γεν. της εγκλιτ. αντων. τις, σε Ομήρ. Οδ., Ηρόδ.<br /><b class="num">• [[τέο]]:</b> Δωρ. γεν. του <i>σύ</i> (<i>τύ</i>), Επικ. [[τεοῖο]], σε Ομήρ. Ιλ. | |lsmtext='''τέο:'''<b class="num">I.</b> Ιων. και Δωρ. γεν. της ερωτημ. αντων. τίς, σε Ομήρ. Ιλ. <b>II. [[τέο]]</b>, Ιων. και Δωρ. γεν. της εγκλιτ. αντων. τις, σε Ομήρ. Οδ., Ηρόδ.<br /><b class="num">• [[τέο]]:</b> Δωρ. γεν. του <i>σύ</i> (<i>τύ</i>), Επικ. [[τεοῖο]], σε Ομήρ. Ιλ. | ||
}} | }} | ||
{{elru | {{elru | ||
|elrutext='''τέο:'''<br /><b class="num">I</b> эп.-ион.-дор. = τίνος (gen. к τίς).<br /><b class="num">II</b> эп.-ион.-дор. = τινός (gen. к τὶς). | |elrutext='''τέο:'''<br /><b class="num">I</b> эп.-ион.-дор. = τίνος (gen. к τίς).<br /><b class="num">II</b> эп.-ион.-дор. = τινός (gen. к τὶς). | ||
}} | }} |
Revision as of 08:29, 21 September 2022
English (LSJ)
gen. of interrog. τίς, v. τις B init. II τεο, gen. of enclit. τις, v. τις A init. III τέο, Dor. gen. of ού (τύ), v. σύ; Ep. τεοῖο, ibid. τεοισι, τέοισι, Ion. for τισι, τίσι, v. τις A and B init. τέος, Dor. gen. of σύ (q.v.).
German (Pape)
[Seite 1092] dor. gen. von σύ statt σοῦ, Alcm. ion. u. dor. gen. von τίς statt τίνος (s. τίς), u. entl. = τινός.
Greek (Liddell-Scott)
τέο: Ἰων. καὶ Δωρ. γενικ. τῆς ἐρωτημ. ἀντωνυμ. τίς, Ἰλ. Β. 225, κλπ. ΙΙ. τεο, Ἰων. καὶ Δωρ. γεν. τῆς ἐγκλιτ. ἀντωνυμ. τις, Ὀδ. Π. 305, Ἡρόδ.
French (Bailly abrégé)
1ion. et dor. p. τίνος, gén. de τίς interrogatif.
English (Autenrieth)
Greek Monolingual
(I)
Α
(ιων. και δωρ. και επικ. τ. γεν.) βλ. τίς.
(III)
Α
(δωρ. τ. γεν. της προσ. αντων. β' προσ. σύ) βλ. εσύ.
Greek Monotonic
τέο:I. Ιων. και Δωρ. γεν. της ερωτημ. αντων. τίς, σε Ομήρ. Ιλ. II. τέο, Ιων. και Δωρ. γεν. της εγκλιτ. αντων. τις, σε Ομήρ. Οδ., Ηρόδ.
• τέο: Δωρ. γεν. του σύ (τύ), Επικ. τεοῖο, σε Ομήρ. Ιλ.
Russian (Dvoretsky)
τέο:
I эп.-ион.-дор. = τίνος (gen. к τίς).
II эп.-ион.-дор. = τινός (gen. к τὶς).