βιοστερής: Difference between revisions
From LSJ
Κακὸν φέρουσι καρπὸν οἱ κακοὶ φίλοι → Evil friends bear evil fruit → Malo ex amico fructus oritur pessimus → Ertrag, den schlechte Freunde bringen, der ist schlecht
m (Text replacement - "(?s)({{LSJ.*}}\n)({{.*}}\n)({{DGE.*}}\n)" to "$1$3$2") |
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1") |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0445.png Seite 445]] ές, des Lebensunterhaltes beraubt, Soph. O. C. 851. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0445.png Seite 445]] ές, des Lebensunterhaltes beraubt, Soph. O. C. 851. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ής, ές :<br />privé de ressources pour vivre.<br />'''Étymologie:''' [[βίος]], [[στερέω]]. | |||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''βιοστερής''': -ές, ὁ στερούμενος ἢ στερηθεὶς μέσων τῆς ζωῆς, Σοφ. Ο. Κ. 747· πρβλ. [[βίος]] ΙΙ. | |lstext='''βιοστερής''': -ές, ὁ στερούμενος ἢ στερηθεὶς μέσων τῆς ζωῆς, Σοφ. Ο. Κ. 747· πρβλ. [[βίος]] ΙΙ. | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml |
Revision as of 18:00, 1 October 2022
English (LSJ)
ές, reft of the means of life, S.OC747.
Spanish (DGE)
-ές privado de medios de vida S.OC 747.
German (Pape)
[Seite 445] ές, des Lebensunterhaltes beraubt, Soph. O. C. 851.
French (Bailly abrégé)
ής, ές :
privé de ressources pour vivre.
Étymologie: βίος, στερέω.
Greek (Liddell-Scott)
βιοστερής: -ές, ὁ στερούμενος ἢ στερηθεὶς μέσων τῆς ζωῆς, Σοφ. Ο. Κ. 747· πρβλ. βίος ΙΙ.
Greek Monolingual
βιοστερής, -ές (Α)
αυτός που δεν έχει πόρους ζωής, ο στερημένος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < βίος + -στερής «στέρομαι «στερούμαι»].
Greek Monotonic
βιοστερής: -ές (στερέω), αυτός που στερείται τα μέσα της ζωής, σε Σοφ.
Russian (Dvoretsky)
βιοστερής: лишенный средств к жизни Soph.
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
βιοστερής -ές βίος, στερέω van levensonderhoud beroofd.