συνάμφω: Difference between revisions

From LSJ

ἀλωπεκίζω πρὸς ἑτέραν ἀλώπεκα → Greek meets Greek | with the fox, be a fox

Source
m (Text replacement - "μετὰ" to "μετὰ")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0999.png Seite 999]] οἱ, αἱ, beide zugleich, zusammen; Plat. Polit. 278 c; Ap. Rh. 4, 134; Pol. 2, 65, 9.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0999.png Seite 999]] οἱ, αἱ, beide zugleich, zusammen; Plat. Polit. 278 c; Ap. Rh. 4, 134; Pol. 2, 65, 9.
}}
{{bailly
|btext=([[οἱ]], [[αἱ]], [[τά]])<br /><i>indécl.</i><br />tous les deux ensemble.<br />'''Étymologie:''' [[σύν]], [[ἄμφω]].
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''συνάμφω''': οἱ, αἱ, οἱ δύο [[ὁμοῦ]], αἱ δύο [[ὁμοῦ]], Πλάτ. Πολιτ. 278C, κτλ.· οἱ [[συνάμφω]] Πολύβ. 1. 63, 5, κτλ.· μετὰ γεν., Ἰαπύγων καὶ Μεσσαπίων [[συνάμφω]] ὁ αὐτ. 2. 24, 11, πρβλ. 65, 9. 2) μετὰ τοῦ ἄρθρου ἐν τῷ ἑνικῷ ἀριθμῷ ὅροι τοῦ [[συνάμφω]] Ἀριστ. Μετὰ τὰ Φυσ. 7. 2, 9, πρβλ. περὶ Ἑρμην. 11, 4· τοῦ [[συνάμφω]], τῆς τε Λιβύης καὶ τῆς Ἀσίας Στράβ. 107, πρβλ. 82· κατὰ τὸν [[συνάμφω]] χρόνον ὁ αὐτ. 44.
|lstext='''συνάμφω''': οἱ, αἱ, οἱ δύο [[ὁμοῦ]], αἱ δύο [[ὁμοῦ]], Πλάτ. Πολιτ. 278C, κτλ.· οἱ [[συνάμφω]] Πολύβ. 1. 63, 5, κτλ.· μετὰ γεν., Ἰαπύγων καὶ Μεσσαπίων [[συνάμφω]] ὁ αὐτ. 2. 24, 11, πρβλ. 65, 9. 2) μετὰ τοῦ ἄρθρου ἐν τῷ ἑνικῷ ἀριθμῷ ὅροι τοῦ [[συνάμφω]] Ἀριστ. Μετὰ τὰ Φυσ. 7. 2, 9, πρβλ. περὶ Ἑρμην. 11, 4· τοῦ [[συνάμφω]], τῆς τε Λιβύης καὶ τῆς Ἀσίας Στράβ. 107, πρβλ. 82· κατὰ τὸν [[συνάμφω]] χρόνον ὁ αὐτ. 44.
}}
{{bailly
|btext=([[οἱ]], [[αἱ]], [[τά]])<br /><i>indécl.</i><br />tous les deux ensemble.<br />'''Étymologie:''' [[σύν]], [[ἄμφω]].
}}
}}
{{grml
{{grml

Revision as of 09:10, 2 October 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: συνάμφω Medium diacritics: συνάμφω Low diacritics: συνάμφω Capitals: ΣΥΝΑΜΦΩ
Transliteration A: synámphō Transliteration B: synamphō Transliteration C: synamfo Beta Code: suna/mfw

English (LSJ)

οἱ, αἱ, A both together, Pl.Plt.278c, IG42(1).109 iii 115 (Epid., iii B.C.), Supp.Epigr.2.479 (Olbia), etc.; οἱ σ. Plb.1.63.5, etc.: c. gen., Ἰαπύγων καὶ Μεσσαπίων συνάμφω Id.2.24.11, cf. 65.9. 2 with the Art. in sg., ὅροι τοῦ συνάμφω Arist.Metaph.1043a22, cf. Int.20b37; τοῦ σ., τῆς τε Λιβύης καὶ τῆς Ἀσίας Str.2.4.5, cf. 2.1.29; κατὰ τὸν σ. Χρόνον Id.1.2.36.

German (Pape)

[Seite 999] οἱ, αἱ, beide zugleich, zusammen; Plat. Polit. 278 c; Ap. Rh. 4, 134; Pol. 2, 65, 9.

French (Bailly abrégé)

(οἱ, αἱ, τά)
indécl.
tous les deux ensemble.
Étymologie: σύν, ἄμφω.

Greek (Liddell-Scott)

συνάμφω: οἱ, αἱ, οἱ δύο ὁμοῦ, αἱ δύο ὁμοῦ, Πλάτ. Πολιτ. 278C, κτλ.· οἱ συνάμφω Πολύβ. 1. 63, 5, κτλ.· μετὰ γεν., Ἰαπύγων καὶ Μεσσαπίων συνάμφω ὁ αὐτ. 2. 24, 11, πρβλ. 65, 9. 2) μετὰ τοῦ ἄρθρου ἐν τῷ ἑνικῷ ἀριθμῷ ὅροι τοῦ συνάμφω Ἀριστ. Μετὰ τὰ Φυσ. 7. 2, 9, πρβλ. περὶ Ἑρμην. 11, 4· τοῦ συνάμφω, τῆς τε Λιβύης καὶ τῆς Ἀσίας Στράβ. 107, πρβλ. 82· κατὰ τὸν συνάμφω χρόνον ὁ αὐτ. 44.

Greek Monolingual

Α
και οι δύο ή και τα δύο μαζί («Ἰαπύγων καὶ Μεσσαπίων συνάμφω πεζοὶ μὲν πέντε μυριάδες», Πολ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < συν- + ἄμφω «και οι δύο μαζί»].

Greek Monotonic

συνάμφω: οἱ, αἱ, και οι δυο μαζί, σε Πλάτ. κ.λπ.

Russian (Dvoretsky)

συνάμφω: τό, чаще οἱ, αἱ, τά оба вместе, и те и другие Plat., Arst., Polyb.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

συν-άμφω beide tezamen.

Middle Liddell

both together, Plat., etc.

English (Woodhouse)

both together

⇢ Look up on Google | Wiktionary | LSJ full text search (Translation based on the reversal of Woodhouse's English to Ancient Greek dictionary)