ποτέρωθι: Difference between revisions
Οὐκ ἔστιν ἀγαθὸν ἐν ἀνθρώπῳ ὃ φάγεται καὶ ὃ πίεται καὶ ὃ δείξει τῇ ψυχῇ αὐτοῦ ἀγαθὸν ἐν μόχθῳ αὐτοῦ (Ecclesiastes 2:24, LXX version) → What is good in a human is not what he eats and drinks and shows off to his soul as a benefit of his labor
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1") |
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elru.*}}\n)({{elnl.*}}\n)" to "$4$3$2$1") |
||
Line 16: | Line 16: | ||
|btext=<i>adv.</i><br />duquel des deux côtés ?<br />'''Étymologie:''' [[πότερος]], -θι. | |btext=<i>adv.</i><br />duquel des deux côtés ?<br />'''Étymologie:''' [[πότερος]], -θι. | ||
}} | }} | ||
{{ | {{elnl | ||
| | |elnltext=ποτέρωθι [πότερος] adv., aan welk van beide kanten? | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''ποτέρωθῐ:''' adv. по какой из (обеих) сторон, на какой стороне, с какой стороны Xen.: π. εὐαπατητότεροί ἐσμεν; Plat. в каком отношении мы легче всего поддаемся обману? | |||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
Line 25: | Line 28: | ||
|lsmtext='''ποτέρωθι:''' ([[πότερος]]), επίρρ., προς ποιο από τα [[δύο]] μέρη; ή σε ποιο [[μέρος]] από τα [[δύο]];, σε Ξεν. κ.λπ. | |lsmtext='''ποτέρωθι:''' ([[πότερος]]), επίρρ., προς ποιο από τα [[δύο]] μέρη; ή σε ποιο [[μέρος]] από τα [[δύο]];, σε Ξεν. κ.λπ. | ||
}} | }} | ||
{{ | {{ls | ||
| | |lstext='''ποτέρωθι''': Ἐπίρρ., ([[πότερος]]) πρὸς ποῖον ἢ κατὰ ποῖον ἐκ τῶν δύο μερῶν; π. οὖν εὐαπατητότεροί ἐσμεν; Πλάτ. Φαῖδρ. 263Β· π. τὴν ἀπάτην ταύτην θήσομεν; Ἀπόκρ., πρὸς τὴν δικαιοσύνην, Ξεν. Ἀπομν. 4. 2, 17· οὕτω, [[ποτέρωσε]] οὖν θῶμεν τοῦτο; Ἀπόκρ., πρὸς τὴν ἀδικίαν, [[αὐτόθι]] 14. | ||
}} | }} | ||
{{mdlsj | {{mdlsj |
Revision as of 21:35, 2 October 2022
English (LSJ)
Adv. on whether of the two sides? on which side (of two)? π. οὖν εὐαπατητότεροί ἐσμεν; Pl.Phdr.263b; π. τὴν ἀπάτην ταύτην θήσομεν; Answ. πρὸς τὴν δικαιοσύνην X.Mem.4.2.17.
German (Pape)
[Seite 689] adv., auf welcher von beiden Seiten? Plat. Phaedr. 263 b Xen. Mem. 4, 2, 17 u. Sp.
French (Bailly abrégé)
adv.
duquel des deux côtés ?
Étymologie: πότερος, -θι.
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
ποτέρωθι [πότερος] adv., aan welk van beide kanten?
Russian (Dvoretsky)
ποτέρωθῐ: adv. по какой из (обеих) сторон, на какой стороне, с какой стороны Xen.: π. εὐαπατητότεροί ἐσμεν; Plat. в каком отношении мы легче всего поддаемся обману?
Greek Monolingual
Α
επίρρ. σε ποιο από τα δύο μέρη;
[ΕΤΥΜΟΛ. < ποτέρως + επιρρμ. κατάλ. -θι (πρβλ. εκατέρω-θι)].
Greek Monotonic
ποτέρωθι: (πότερος), επίρρ., προς ποιο από τα δύο μέρη; ή σε ποιο μέρος από τα δύο;, σε Ξεν. κ.λπ.
Greek (Liddell-Scott)
ποτέρωθι: Ἐπίρρ., (πότερος) πρὸς ποῖον ἢ κατὰ ποῖον ἐκ τῶν δύο μερῶν; π. οὖν εὐαπατητότεροί ἐσμεν; Πλάτ. Φαῖδρ. 263Β· π. τὴν ἀπάτην ταύτην θήσομεν; Ἀπόκρ., πρὸς τὴν δικαιοσύνην, Ξεν. Ἀπομν. 4. 2, 17· οὕτω, ποτέρωσε οὖν θῶμεν τοῦτο; Ἀπόκρ., πρὸς τὴν ἀδικίαν, αὐτόθι 14.
Middle Liddell
adv. πότερος
on whether of the two sides? on which side (of two)? Xen., etc.