ἀνοικισμός: Difference between revisions
From LSJ
m (Text replacement - "(?s)({{LSJ.*}}\n)({{.*}}\n)({{DGE.*}}\n)" to "$1$3$2") |
m (pape replacement) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[ἀνοικισμός]], ο (Α)<br /><b>1.</b> [[ανοίκιση]]<br /><b>2.</b> η [[ανοικοδόμηση]], το ξαναχτίσιμο μιας πόλης. | |mltxt=[[ἀνοικισμός]], ο (Α)<br /><b>1.</b> [[ανοίκιση]]<br /><b>2.</b> η [[ανοικοδόμηση]], το ξαναχτίσιμο μιας πόλης. | ||
}} | |||
{{pape | |||
|ptext=ὁ, = [[ἀνοίκισις]], Strab. 9.2.17; <i>das [[Wiederaufbauen]]</i>, [[πόλεων]] Hdn. 3.6.20. | |||
}} | }} |
Revision as of 16:57, 24 November 2022
English (LSJ)
ὁ, = ἀνοίκισις (shifting people upward and inland), Str.9.2.17, prob. in Ph.2.526. II rebuilding, restoration, πόλεων Hdn.3.6.9.
Spanish (DGE)
-ου, ὁ 1 emigración hacia el interior Str.9.2.17, Ph.2.526.
2 repoblación, reconstrucción τῶν πόλεων Hdn.3.6.9.
Greek (Liddell-Scott)
ἀνοικισμός: ὁ, = τῷ προηγ., Στράβ. 406. ΙΙ. ἡ ἐκ νέου κτίσις, ἀνακαίνισις, ἐπανόρθωσις, πόλεων Ἡρωδιαν. 3. 6.
Greek Monolingual
ἀνοικισμός, ο (Α)
1. ανοίκιση
2. η ανοικοδόμηση, το ξαναχτίσιμο μιας πόλης.
German (Pape)
ὁ, = ἀνοίκισις, Strab. 9.2.17; das Wiederaufbauen, πόλεων Hdn. 3.6.20.